Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2011

ΟΙ ΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΙ

«Κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη δώστης κλότσο να γυρίσει,παραμύθι να αρχινίσει .»
Κι ο παππούς αφού χάιδεψε τα πατριαρχικά γένια του κι έβγαλε το κομπολόι του αρχίνισε: 
-Που λέτε παιδιά μου θα σας πω σήμερα πώς εγλίτωσε ο μακαρίτης ο πατέρας μου,Θεός συγχωρέστ’τον,από τα καρκαντζέλια.Πάνε χρόνια πολλά,πάρα πολλά,κι ήταν τέτοια εποχή.Περιμέναμε Πρωτοχρονιά.Ο Χειμώνας πλάκωσε βαρύς ,νερά,χιόνια,κακό μεγάλο.Οι κακόμοιροι οι άνθρωποι οι είχαν κλειστεί στα σπίτια τους πού να ξεμυτίσουν .Θυμάμαι το μπαρμπα –Γιάννη με τα πολλά γίδια τα έκλεισε δέκα μέρες στο μαντρί με τα πράματα.Έπαθε καταστροφή τότες ο μαγκούφης γιατί τα γίδια ήτανε απάνω στη γέννα και θέλανε τροφή.

Για να μη σας τα πολυλογώ με τη βοήθεια του Θεού ο κοσμάκης έκανε καλά Χριστούγεννα γιατί ούτε χιόνι έριχνε ούτε φύσαγε.Μα σε λίγες μέρες πάλι τόστρωσε το χιόνι.Ο πατέρας τότε θα πήγαινε στο μύλο για να κάμει αλεύρι για τη βασιλόπιτα και τις καλλιχέρες ,γιατί αυτές πούχε φτιάξει η μάνα καθώς ήτανε μελωμένες τις κάναμε να!!..Είχαμε ένα μουλάρι ,μα τι μουλάρι ,θεριό μοναχό.Ούτε γομάρι άκουγε ούτε δρόμο.Ο πατέρας τούχε κρεμάσει ένα μεγάλο κουδούνι που ακουγόταν ώρα μακριά.Για να μη σας τα πολυλογώ σηκώθηκε σύνταχα ο μακαρίτης κι έφυγε.Εμείς χουζουριασμένοι κοντά στην ακοίμητη φωτιά ακούγαμε το κουδούνι πόλο κι έσβηνε μες στην σιγαλιά.

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2011

Αστεία - Σκωπτικά


Με το καλό και το μαλακό την πάμε την συγγένισσα μας, την Εν Ευρώπη, την δικιά μας.  Και με τα χαϊδέματα, τα καλοπιάσματα την Αγγέλλω. 
Μα αυτή, τίποτα!… 
Μας κάνει η Αγγέλλω, την ζόρικη, στο ίσιο δρόμο δεν πάει. 
Σε αυλακιά, δεν σιάζει, δεν πέφτει. 
Τότε την πήραμε και λίγο, λίγο με το άγριο, της δείξαμε και το περίστροφο!...  
Αυτή,  με μας γελάει, και μας λέει: 
Πως, αυτό μοιάζει με… κολοστρόκι, που παίζουν τα παιδιά, στις μπούλες, τις απόκριες. Μα και αληθινό να είναι, είναι άδειο!... 
Και πως να είναι γιομάτο;…