Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2019

Το μπέρδεμα του Νώε......

Δεν επιτρέπεται η αναδημοσίευση χωρίς την συγκατάθεση του συγγραφέα
Αντί προλόγου
           
            «Το μπέρδεμα του Νώε»…
Ένας τίτλος σίγουρα μπορεί να κινήσει την περιέργεια του αναγνώστη, να έλξει το ενδιαφέρον του. Στους περισσότερους κάποια στιγμή έχει συμβεί να αγοράσουν ένα βιβλίο παρακινημένοι από τον τίτλο του ανεξάρτητα από το αν το περιεχόμενο θα δικαιώσει τις προσδοκίες τους, οπότε και θα τους προτρέψει να φτάσουν στο τέλος…   
            Νομίζω πως το διήγημα αυτό είναι μια τέτοια περίπτωση. Ο τίτλος είναι από μόνος του ένα δέλεαρ να το αναγνώσει κανείς. Έτσι τουλάχιστον  ένιωσα εγώ ως αναγνώστης. Και τούτο γιατί με το Νώε, το βιβλικό πρόσωπο, το περιβεβλημένο με τόσο σεβασμό, δε μπορούσε το ανίδεο μυαλό μου να συσχετίσει επ’ ουδενί τη λέξη «μπέρδεμα», τη σύγχυση δηλαδή, μια κατάσταση στην οποία, ως τότε, δεν πίστευα ότι μπορούσε ποτέ να περιέλθει ο Νώε.
 Ο τίτλος λοιπόν ήταν για μένα από μόνος του μια ανατροπή, αλλά και λόγος ισχυρός για να ξεκινήσω το διάβασμα…       Και δικαιώθηκα στις προσδοκίες μου. Όχι μόνο άμα τη αναγνώσει, αλλά και τώρα, που έχει περάσει κάποιο χρονικό διάστημα, εύλογο, κατά τη γνώμη μου, για να κατασταλάξει μέσα σε κάποιον ένα ανάγνωσμα και να νιώσει πιο καθαρά κι απέριττα όσα του άφησε.
            Το συγγραφέα του διηγήματος αυτού, κύριο Γιάννη Βέργο (κύριο Γιάννη για μένα), τον γνωρίζω εδώ και πολλά χρόνια και είναι για μένα ένας άνθρωπος αγαπητός κι αξιοσέβαστος, όχι τόσο  λόγω των πολλών χρόνων, που σίγουρα δένουν τους ανθρώπους, αλλά κυρίως γιατί
τελευταία αντιλήφθηκα πόσο απλός, ανθρώπινος κι εγκάρδιος παρέμεινε ο τρόπος που προσεγγίζει τα πράγματα,  κι ας έχει αμέτρητες ιστορίες να σου διηγηθεί, βιώματα να μοιραστεί για την αρνητική πλευρά του  κόσμου.
            Αυτή η εγκάρδια αγκαλιά προς τον κόσμο ήταν για μένα το «καταστάλαγμα» της ανάγνωσης αυτού του διηγήματος, που τόσο την έχουμε ανάγκη σήμερα, περισσότερο ίσως από ποτέ. Με μια διάθεση στοχαστική απέναντι στα πράγματα, χιουμοριστική ή και σκωπτική ενίοτε (αλλά πάντοτε με μια λαχτάρα να διορθωθούν κάποτε τα «κακώς κείμενα» του κόσμου τούτου) και με ύφος απλό, κατανοητό, που συμπυκνώνει μέσα του τη λαλιά του φτωχού και τίμιου βιοπαλαιστή μα και του λόγιου που ζητά να υπερκεράσει το άδικο, ο συγγραφέας μας ξεδιπλώνει μια ιστορία με πολύ ενδιαφέρουσα πλοκή, με ανατροπές και δραματικές κορυφώσεις, που οδηγούν όμως τελικά στην ποθητή «κάθαρση».
            Ο ήρωας; Ο Νώε, ένας σύγχρονος, όπως θα τον χαρακτήριζα,  Νώε, ή, καλύτερα, ο Νώε που ξέρουμε, στον δικό μας κόσμο, σήμερα. Μπαίνει σ’ έναν ατέρμονα κύκλο περιπετειών, προκειμένου να επιτελέσει την αποστολή που του ανατέθηκε από το Θεό, και μόνο να μας διδάξει έχει. Να διακόψει, για λίγο έστω, αυτή την ιλιγγιώδη τροχιά που διαγράφουμε, να μας κάνει να «σταθούμε», να στοχαστούμε τα «γιατί» και τα «πώς», να θελήσουμε κάτι ν’ αλλάξουμε, ατομικά πρώτα, για ν’ αλλάξει κάτι και συλλογικά.
            Κι αν είναι για κάτι που κυρίως ευχαριστώ το συγγραφέα του διηγήματος είναι για τούτο: γιατί, πέραν του ότι απόλαυσα το κείμενό του, είδα μέσα από τα μάτια του έναν καλύτερο κόσμο. Κι αυτό είναι σπουδαίο.
                                                     Ελένη Βοντίτσου, φιλόλογος





                                   ΤΟ ΜΠΕΡΔΕΜΑ ΤΟΥ ΝΩΕ
Εν Αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην η Αρχή και ο Θεός ην ο Λόγος και η  Αρχή ην ο Θεός.                                                                                                
Υπήρχε σκότος και χάος, και είπε ο Θεός, διά λόγου, να γίνει φως!                          Και έγινε το φως!                                                                                                     
Με το Λόγο του ο Θεός  έφτιαξε τον Ήλιο, τη Σελήνη και όλα τα ουράνια σώματα και επί της Γης τα φυτά και ζώα , τη ζωή, τα όντα, ορατά στον άνθρωπο και αόρατα   Στο τέλος εποίησε επί της γης τον άνθρωπο και τον έβαλε στον κήπο της Εδέμ ,στον παράδεισο, για να ζήσει και να απολαύσει τα αγαθά  του, όπως μας λένε στις γραφές αυτοί που  συνομίλησαν, και  τώρα λένε πως συνομιλούν,  με τον Θεό.
Όμως με όρους και με νόμους!

Να μη τους παραβούνε, γιατί η  τιμωρία τους θάνατος θα είναι!...
Και μετά που αποτέλειωσε το έργο Του, ο Θεός, έκατσε, καθώς το λένε αυτοί που ξέρουν και  λένε πως είναι αντιπρόσωποί Του, και ξεκουράζεται και αγνάντευε τα πλάσματά Του.
Και  πιο πολύ παρακολουθούσε και παρακολουθεί τον άνθρωπο!
Γιατί σε αυτόν είχε βάλει νόμους και φραγμούς. Για  να ιδεί: Τι θα κάνει;
Τηρεί τις εντολές Του;   Τους νόμους; 
Τις γραφές Του;                                                                        
Κατά το ρήμα και το γράμμα;
Δε μας λένε όμως, πώς ήταν η εντολή, με το ρήμα ή με το γράμμα;
Ή και με τα δύο μαζί;
Τον παραφύλαγε τον άνθρωπο ο Θεός, για να τον πιάσει στο δόκανο, στη φάκα!      Να τον βρει στην παράβαση,  για να τον τιμωρήσει!.....
Οι άλλοι όμως, οι γραμματιζούμενοι, που είναι ξυράφι ο νους τους, αμφισβητούν τα όλα αυτά και λένε τα δικά τους.Λένε  πως τον  κόσμο αυτόν που βλέπουμε και τον άλλον που είναι κρυφός- δεν ξέρω ποιος είναι-   δεν τον βλέπουνε τα μάτια μας, η σκέψη μας δεν τον φτάνει,  δεν τον χωράει ο νους μας!...Το λογικό μας , ο νους μου  και ο νους  των περισσοτέρων είναι μικρός να τον χωρέσει!
Έγινε από το τίποτα, με το μηδαμινό, το μηδενικό, με το μπίγκ, μπάνγκ!....
 Και στο  μηδέν, το χρόνο!... Έλα μου τώρα εδώ,  εσύ και εγώ ,εδώ να λογαριαστούμε. 
Δεν ξέρω ποιος να έχει το πιότερο μυαλό; Μεγαλύτερη την γνώση; Τα πράγματα να ξεδιαλύνουμε, να τα ξεχωρίσουμε αυτά, να μη μας αποτρελάνουν….Ή, το λιγότερο, να μη χαζέψει ο  νους μας...Καλά μου φαίνεται πως είναι εκεί που στέκει,  ας μην πάει παρέκει! Ας πάει, ο  νους, πρώτα με τα στρωτά και στον περπατημένο τον δρόμο και ας μη ξέρουμε κατά πού το πάει, και πάνε και τα άλλα, μαζί, τα τρανά και τα μεγάλα.
Εγώ δεν  ξέρω!..
Τί λες και εσύ;
Εγώ σου λέω να πάμε με αυτό που λένε οι πρώτοι! 
Πιο δυνατοί και πιο πολλοί μου φαίνονται πως είναι αυτοί.                          
Λένε αυτοί  για κήπους  με φρούτα και λουλούδια!....
Σαν ψέματα τα ακούω, μου μοιάζουνε αυτά .
Ας τους πιστέψουμε και ας τους ακολουθήσουμε και ας είναι και ψέμα. Και ας έχουμε ανοιχτά τα αυτιά μας,  τα μάτια μας δεκατέσσαρα, ας έχουμε τον νου μας.
Να ιδούμε, τί θα ιδούμε και τί θα ακούσουμε;
Εδώ, όπως άκουσες και άκουσα, πρέπει να λειτουργήσουν οι εντολές!..
Πρέπει να λειτουργήσει ο νόμος!...                                                                   
Δεν είναι όλα μπεριάνι …
Αυτό καλό μου εφάνη!
Φαίνεται καλά σαν να τα ακούν τα αυτιά μου.
Στη θεωρία!..
Στην πράξη  μόνο μη τα χαλάσει!
Εγώ σου λέω να τα αφήσουμε αυτά, κατά ώρας και ημέρας ,όπως είναι  και βίσκονται και να μη κόψουμε τας σχέσεις….  Και με τον καιρό το ξανά το κουβεντιάζουμε το πράγμα.!
Σαν βολικό μας φάνηκε και πάμε με τους πρώτους.                                 
Αυτούς που λένε πως ο Θεός έφτιαξε τον άνθρωπο, το σύμπαν και όλη την οικουμένη, μέχρι εδώ, το ίδιο λένε και οι άλλοι, με την άλλη την διαφορετική την λέξη, και οι δύο τους  περίπου το ίδιο λένε, το πως το κάτιτίς έγινε!...
Τί;….   Ποιό;…
Το μεγάλο ,το τρανό  …. και βρεθήκαμε και εμείς εδώ στην πλάση!
Όπως λένε οι γραφές και αυτοί που τους πιστεύουνε, τους πρώτους, πως ο Θεός έφτιαξε με τα χέρια του, τον άνθρωπο, αφότου έφτιαξε διά  λόγου, όλα τα άλλα.
Την έκτη τη  μέρα τον έπλασε, ο Θεός,  τον άνθρωπο και μετά έκατσε και ξεκουράστηκε!
Από ό,τι λένε αυτοί οι εκπρόσωποί Του, ο άνθρωπος είναι λειψός... "Ουδείς τέλειος" λένε… και από ό,τι λίγο, λίγο, καταλαβαίνω, πως έχει το χούι του, το κουσουράκι του.
Τον έφτιαξε, αν καλά καταλαβαίνω,  με το λίγο μυαλό που μου έδωσε και εμένα  και να τα λέμε αυτά στα ίσια και με τα απλά τα λόγια , με   υλικά τα απομεινάδια, τη σκαρτούρα…
Τον έφτιαξε ο Θεός και του ξέφυγε και κάτι  τίς,  το βρώμικο, το μολεμένο, το πονηρό!... η διαφθορά…, η αχαριστία…!  και μπήκε  μέσα στο υλικό κατά την φτιάξη του .
Και είπε ο Θεός: Άστο  τώρα, πού να τον χαλάω, για να τον φτιάξω από την αρχή.
Ας τονε και θα τον παρακολουθάω.                                                                 
Με τον καιρό, είπε, θα διορθωθεί ! 
Θα φτιάξει!...                                                                                       
Έτσι το άφησε  μέσα το κακό,  το πονηρό, την μόλεψη,  την διαφθορά, την λίγη την σκαρτούρα και έκατσε στον ίσκιο  του  δέντρου της γνώσης του καλού και του κακού , όπως λένε,  να ξαποστάσει!...
Και με το μάτι το άγρυπνο , το τριγωνικό όπως λένε, και το γράφουνε και Τον παρουσιάζουνε, ζωγραφιστό, στα εικονίσματα, το μάτι, το μεγάλο, τον άνθρωπο να βλέπει!....
Συνέχεια να τον παρακολουθεί!..
Το τι θα κάνει, με το κάτι τις του;
Τη λίγη πονηριά, τη λίγη τη σκαρτούρα;
Που μέσα του, του μπήκε!...
Και εδώ το πράμα μου φαίνεται πως χαλάει!...
Πως δεν μας έφτιαξε ο Θεός κατά πώς αυτοί , στις γραφές, μας τα γράφουνε, τα λένε, τα είπανε και όπως τα μολογάνε…Και εμείς τα λέμε.  Αυτό πια δεν το πιστεύω,  δεν το χωράει ο νους μου!...    Αυτοί και εμείς , μας είπαν,  φτιάχνουν  και φτιάχνουμε τον Θεό, με ελαττώματα και με τις κουράσεις του, έτσι, όπως εμάς  μας συμφέρει!
Τον θέλουμε με τα δικά μας γούστα!...
Τον  κάναμε και επιστάτη !...
Και αφού έτσι Τον θέλουμε και Τον νομίζουμε πως έτσι είναι. …
Είναι ,δεν είναι, δεν είναι και δα και το κακό μεγάλο!                                                   Καλό στην κοινωνία κάνει!... Την συγκρατεί….                                                              Όμως όποιος τα λέει αυτά, να μη το παρακάνει!
Γιατί από το πολύ, το πολύ, τα πολλά, που λέει και λένε, το κάτι τίς τους ξεφεύγει, όπως και τότε το κάτι τίς ξέφυγε και η π…. φαίνεται!  Και  μένει!
Έτσι με την πονηριά, και την πουστιά, που λέμε, και μέσα στον παράδεισο ο άνθρωπος πορευόταν, την έκανε την βρωμιά του .[ Για την πάρτη την δικιά του…] Τα ρήματα  του Θεού δεν τα άκουσε!...
Τη λέρωσε, δε φύλαξε τη φωλιά του… Έκανε του κεφαλιού του….
Νόμισε πως όλα ήταν του χεριού του!...                                                                         Το άγρυπνο μάτι του Θεού  τα είδε  αυτά   τα μολέματα , τα πονηρούτσικα,  τα πονηρά, τα φαύλα,  τα μολεμένα και με θυμό πήγε τους δίνει  μια κλωτσιά στον κώλο ... .
Τους έφυγε το τσερβόλο!...
Κάτι πήγε να ξεστομίσει ο Αδάμ,  να δικαιολογηθεί και την πουστιά του, αμέσως, στην πουτανιά της  Εύας πάει να την ρίξει!...
Πήγε ο αθεόφοβος, αν οι γραφές και οι δάσκαλοι λένε αλήθεια, όπως το χαρτί το γράφει, και το  Θεό ακόμα να Τον ξεγελάσει!..
Και τότε πιότερο θύμωσε και Αυτός και έξω από τον παράδεισο και τους δύο πήγε να τους πετάξει.
Τον πιάνει τον κλείδωσε τον παράδεισο, να ησυχάσει.
Παστρικός και αμόλευτος να μείνει!... Να είναι!...
Πηγαίνετε από εδώ, στην γη να ζήστε με ιδρώτα,  τις αμαρτίες σας σε πέντε ποτάμια να ξεπλύνετε, στον
Tίγρη, στον Ευφράτη !.....                                 
Να γίνετε παστρικοί, σαν πρώτα!... 

Να λευκανθήτε στην καρδιά και στον Ευρώτα...
Και αν βάλετε ποτέ μυαλό, μετά από χρόνια και καιρούς, ύστερα από απολογία, και με κρίση, θα το σκεφτώ!... Αν πρέπει ο άνθρωπος  εδώ μέσα  για να ξαναγυρίσει!...Να  έρθει…  Να κατοικήσει!….   Για να… Να το πατήσετε, πάλι εδώ, σε τούτο τον μπαξέ!...Σε τούτο το περιβόλι.   Πρέπει να το θέλετε, να το εκτιμήσετε, να το τιμήσετε, να κουραστείτε να γίνετε αγνοί!....  Ενάρετοι, όλοι !
Έτσι λένε πως με θυμό τους πέταξε έξω από τον παράδεισο, για να παλεύουνε με τα θεριά και τα στοιχειά της Φύσης.  Να μη κάθονται στον παράδεισο τεμπέλικα, όλα να τα απολαμβάνουν…. Και από την τεμπελιά τους να μην έχουν τί να κάνουν… Να σκέπτονται πονηρά και να κάνουν τις πονηρές τις πράξεις τους και τις παραποντιές τους…  Και το άλλο , το σπουδαιότερο, το πού το βάζεις;…Το … και…  Αχάριστοι να είναι.Για να τους έρθει, αν θα τους έρθει, ποτέ το μυαλό και να τους μπει… η γνώση!   Να ακολουθήσουν τον δρόμο τον καλό, το δύσκολο το μονοπάτι . Το δρόμο, το δρομάκι, του ήθους, της αρετής, της τιμής και της αγάπης!...
Την πονηριά να αφήσουνε, να βάλουνε στην άκρη!.....
Με αυτό τον τρόπο τους έδιωξε και αυτά τα λόγια τους  είπε.
Τους έβαλε όμως μέσα τους, σαν φιλεύσπλαχνος Θεός που είναι, και το κάτιτίς…
Τί;…  Τί;…
Από λίγη!... λίγη….  Ελπίδα !…
Στην αρχή καλά τα πηγαίνανε, ήσαν από τον φόβο τους συγκρατημένοι  και ζούσαν με την ελπίδα πως ο Θεός γρήγορα θα τους λυπόταν για  τα παθήματά τους, και θα τους γλύτωνε από   τα βάσανά τους.
Και πάλι θα τους άνοιγε την πόρτα του Παράδεισου, να μπουν μέσα να τον θερίσουν!  Και να γλεντήσουν!..
Να  την αράξουν ξαπλωτοί, να βρουν το άσυλό  τους ,όπως το θέλανε!
Αυτό όμως που θέλανε, αργούσε, δεν ερχότανε.                                                       Βαρέθηκαν στο περίμενε και άρχισαν και εδώ  έξω στην Γη τις παραποντιές τους,  τις πονηριές τους…. Πάλι να κάνουν!...
Αυτά, όμως, που έβλεπε ό Θεός, καθόλου δεν Του άρεσαν και για να τους συμμορφώσει τους έστειλε και εκείνες τις δύο τις πλάκες,  εκεί στην βάτο την καιόμενη και τις έδωσε στο Μωυσή.
Ήσαν γραμμένες εκεί, όπως λένε, οι δέκα εντολές Του!                                            Αυτές τις δέκα εντολές  Του, για να τους  παραδοθούνε ,με αυτές να πορευτούνε,  με αυτές να περπατούνε…. Αν θέλουνε να σωθούνε!....                                                     Στην αρχή τις τηρήσανε, μετά και αυτές τις τσαλαπατήσανε !...                                       Στο δήθεν  για  να τις φυλάξουν, τις έκλεισαν σε ένα κιβώτιο μέσα και το ονόμασαν  κιβώτιο  της Διαθήκης . Και εκεί μέσα, στο ναό λένε πως τις έβαλαν  και πλήρωναν, όλοι τους, οι άλλοι, οι αγράμματοι ,  τους τότε τρανούς, τους  τότε γραμματιζούμενους, τους αρχηγούς, τους παπάδες, να τις διαβάζουνε, τον κόσμο τον απλό να συμβουλεύουνε και να καθοδηγούνε…Το πώς θα περπατούνε..                     Τα αχνάρια τους , τα αχνάρια τους να ακολουθούνε !....
Για να σωθούνε!...  Αυτοί έτρωγαν και έπιναν, τεμπέλικα, καλά, καλοπερνούσαν .   Πού να τις ανοίξουν;
Να κάτσουν αυτοί να τις  διαβάσουν τις εντολές, να κουραστούνε;
Να κουραστούνε  τα ματάκια τους , για να στραβωθούνε; …                                         Τί λες;… Τί μας λες;
Που θα κάνουν αυτοί αυτή την δουλειά !.... καλύτερη είναι την άλλη!....  
Τέτοια δουλειά...
Τον λαό να ορμηνέψουνε, να τον ξεστραβώσουνε, τους άλλους, να τους πιάσουν από το χέρι !  Για να  σωθούνε!...
Τί μας λες;                                                                                                                       Αυτοί να αφήσουνε την μάσα, το φαγοπότι;…..                                                                Τώρα που είναι… οι πρώτοι !
Με αυτή την καθοδήγηση ,ακολουθώντας και των ηγετών τα αχνάρια, πορευόταν ο απλός ο άνθρωπος...Προς την καταστροφή του!…                                                        Δεν ήθελε να σώσει την ψυχή του…                                                                                Δεν ξέπλυνε τις αμαρτίες του, την μόλεψή του,  με ποταμούς ιδρώτα, όπως ο Θεός τους είπε, πρώτα!...  Στον Τίγρη ,στον Ευφράτη….                                                      Στην ακολασία όλοι μαζί το ρίξανε, λίγο πολύ,  από όσο μπόραγε ο καθένας.             "Το έριξαν στο όποιος μπορεί ,μπορεί!.. και όπου το βγάλει η άκρη!..."
Και η ελπίδα εχάθη, και η μόλεψη μεγάλωνε…
Και πού να βρεις την άκρη!..
Δεν βγήκε!..
Δεν ξεπλύθηκε..
Δεν  εχάθη!..                                                                                                     
Είδε και πάλι αποείδε ο Θεός..
Βρήκε με τον άνθρωπο τον μπελά του!
Πρέπει να  έρθει η συμφορά του.                                                                          
Αυτοί το παράκαναν, είπε:                                                                         
Δεν παίρνουνε με τίποτα χαμπάρι!                                                                        
Δεν πάει άλλο!...θα τους φάει το σκοτάδι!..
Πρέπει να τους ξεφουντουλώσω…
Την μόλεψη  να διώξω!...                                                                                               Πρέπει να την εξαφανίσω!...
Τίποτα όρθιο  δεν θα αφήσω!...                                                                                       Και για να γίνει αυτό, όλους τους ανθρώπους πρέπει να κατακάψω!...
Μα αν θα το κάνω αυτό, θα κατακάψω όλη την πλάση και τούτο δεν το θέλώ...
Δεν έκαναν δα  τίποτα το κακό, τα δέντρα, τα φυτά, της θάλασσας τα ψάρια!... Και τα πουλάκια του ουρανού, που την αυγή  λαλάνε όταν ξυπνάνε και κελαηδάνε  χαρούμενους τους ύμνους τους!
Σε Εμένα!..
Για μένα!..
Τον άνθρωπο, τον αχάριστο,  τον μοχθηρό, τον αδιόρθωτο ,αυτόν πρέπει να κάψω, αυτόν πρέπει να εξαφανίσω.
Τον άνθρωπο τον αχάριστο που όλα του τα έδωσα!   Αυτό το πλάσμα  και μόνο, για την αχαριστία του, θα πρέπει...
Να πεθάνει!….   
Να τον χάσω!....
Να ξαναρχίσει η πλάση από την αρχή. Η πλάση μου να αλλάξει!....                            
Ο Θεός το αποφάσισε  και αποφάσισε με το νερό όλους να πνίξει!                             Να καθαρίσει και να ξεπλύνει την Γη από του κακούς, τους μοχθηρούς, τους φαύλους και αχάριστους ανθρώπους, μαζικά να τους τιμωρήσει.                               Και να την απαλλάξει.                                                                                                     Και  αν κάπου κάπου, υπάρχει κανένας καλός, κάποιοι ενάρετοι και την γλιτώσουν, αυτούς να τους παραδειγματίσει. Σκέφθηκε λοιπόν και το αποφάσισε να κάνει με το νερό κατακλυσμό. Μαζί όμως με τους κακούς θα πνιγούν και μερικοί καλοί, πράγμα το οποίο, σαν δίκαιος, δεν το θέλει.                                                                                Ένα χρόνο πριν, καθώς το λένε στις γραφές, ο Θεός, ειδοποίησε τον ενάρετο τον άνθρωπο, τον Νώε και του έδωσε οδηγίες και του είπε:                                               Να φτιάξει ένα  μεγάλο καράβι, την κιβωτό, του είπε, για να μπουν εκεί από όλα τα είδη της φύσης, όλους τους σπόρους να μαζέψει να φυλάξει!...
Να μη ξεχάσει να πάρει και από μια κλάρα, από το αμπέλι, μία βεργούλα από το  κλήμα!...
Εκεί μέσα να μαζευτούν για να σωθούν του είπε, οι καλοί και οι ενάρετοι και αγαθοί  άνθρωποι.
Του είπε γρήγορα να το φτιάξει, του έδωσε και τα σχέδια  της κατασκευής, να τα αποτυπώσει στο μυαλό του.
Τον χαιρέτησε ο Θεός τον Νώε, τον ευλόγησε, του είπε να μη το αμελήσει!...   και  ότι γρήγορα θα γυρίσει…
Ο Νώε για το έργο που του ανάθεσε ο Θεός, αμέσως άρχισε να φροντίζει…               Μετά από ένα χρόνο και βάλε, τον κάλεσε ο Θεός τον Νώε και τον ρώτησε, εάν έχει τελειώσει την κιβωτό, εκείνο το  καράβι...
Κρύος ιδρώτας τον έπιασε!...
Του ήρθε ζάλη!...
Δεν είχε τί να ειπεί;…
Και τί να κάνει ;
Και τι να μολογήσει!...
Και από πού την απολογία του να αρχίσει !...
Ο καιρός, το περιθώριο που του  έδωσε ο Θεός,  αρκούσε, ήταν και με το παραπάνω. Όλα πρέπει να Του τα ειπεί και όλα, να Του τα μαρτυρήσει!                                       Όλα με το νι και το σίγμα, να  Του τα μολογήσει!
Γιατί την κιβωτό δεν τα είχε καταφέρει ο δύστυχος , ο ηθικός,  ο ενάρετος και ταλαίπωρος  ο Νώε να την αρχίσει;….

Απολογούμενος στο Θεό ο Νώε, έκατσε και του είπε:
 -Τί να σου ειπώ, Θεέ μου, τί τράβηξα μέχρι τώρα;…                                                   Και άκρη δεν βρήκα!…
Στην αρχή πήγα στο λιμενικό, την άδεια της ναυπήγησης να πάρω, τους νόμους της πολιτείας με το γράμμα,  με το νι και με σίγμα, να τους τηρήσω .                                 Μου ζητήσανε τα σχέδια. Τους είπα  και τους έδειξα το τί θέλω για να φτιάξω.         Αυτοί μόλις τα άκουσαν, χασκογέλαγαν, μου είπανε ότι αυτό που θέλω εγώ να φτιάξω δεν μοιάζει με καράβι, πλεούμενο, μάλλον με παράγκα,  με σπίτι μοιάζει, δεν είναι αυτοί αρμόδιοι.
Με έστειλαν και πλήρωσα !...  με συνόδευσαν για να πληρώσω!
Ενώ  δημόσια υπηρεσία είναι…                                                                                      Από ό,τι, Θεέ μου, καταλαβαίνω, από το κράτος, από τους φόρους  που και εγώ πληρώνω, πληρώνονται και αυτοί, για τις τέτοιες  τις εξυπηρετήσεις.                         Μου λένε για την απασχόλησή τους είναι αυτά  και  για την πληρωμή τους!...  Κιτάπι σε εμένα δεν μου δώσανε, κανένα.   Δεν τους έφερα αντίρρηση, εξουσία αυτοί είναι και ποιος τολμάει…, κοτάει…. να τους μιλήσει;…                                                          "Ο τρελός και η εξουσία Θεούλι μου, ό,τι θέλει κάνει ."                                              Και άιντε  μετά γύρευε να βρεις, να βγάλεις την άκρη!....                                             Κουμπούρες δύο  στην μέση τους είχανε και κοφτερό σπαθί  δίπλα στη μέση τους κρεμότανε…  Δεν ήξερα τί γινότανε..Τι μπορεί να με εύρισκε, να κάνανε, γι αυτό δεν μίλησα καθόλου!                                                                                                         Τους πλήρωσα από όσα μου είπανε, να μη  κακοκαρδίζουνε,  να μη βαρυγκομάνε!    Δεν ήξερα, για το πού το πάνε;..                                                                                     Όταν αρχίσω την δουλειά, να μη με τραβολογάνε...
Σηκώθηκα και έφυγα και σκέφτηκα για  το πού αλλού να πάω;…                               Καθόλα για την δουλειά τα νόμιμα, τα τυπικά  να βγάλω,  να είναι και να είμαι σε όλα εντάξει.   Να μη με βρούνε στο πουθενά, στο κάτιτί σκάρτο και  παραβάτη!...     Όπως μου είπανε αυτοί, ότι αυτό που θέλω να φτιάξω, είναι σπίτι οικοδομή.               Σκέφτηκα και πήγα στην πολεοδομία να βγάλω την άδεια την κανονική  την χρειαζούμενη για να ησυχάσει ο νους μου, να αρχίσω με όρεξη να κάνω την δουλειά μου.  Εκεί αυτοί οι άνθρωποι μου ζήτησαν τα σχέδια,  της κατασκευής, της θεμελίωσης στην γη, τα ντοκουμέντα, τα κιτάπια.                                                       Σαν τα είδαν όλα, με απορία με κοίταζαν.  Κοιτάζει  ο ένας τον άλλον. Και ο ένας μού λέει:   Με ρώτησε!...                                                                                                  Αν είμαι στα καλά μου, με αυτό που θέλω να φτιάξω.                                                    Αυτό δεν είναι οίκημα, κατασκευή να είναι θεμελιωμένη στη γη, δεν  είμαστε εμείς  εδώ αρμόδιοι.                                                                                                                   Αυτό είναι ξύλινο κατασκεύασμα, περισσότερο μου μοιάζει για καράβι. Από τις λιμενικές αρχές πρέπει να πάρεις την άδεια για να το ναυπηγήσεις.                             Αφού δεν είναι μπηγμένο αυτό που θα κάνεις, βαθειά μέσα στην γη ακούνητο, από ό,τι λέει...Δεν είναι θεμελιωμένο!                                                                                    Δώσε μου τόσα για την απασχόληση και άλλα τόσα και κάτι παραπάνω για τον προϊστάμενο, που τόση ώρα μας κοίταγε  μη κάνουμε το λάθος!...
Εγώ τον ρώτησα το πού θα πάω να τα πληρώσω;
Αυτός με ευγένεια και καλοσύνη μου μίλησε και μου είπε:
Αφού την κάναμε σωστά την δουλειά, γιατί να μη την κάνουμε μέχρι το τέλος καλά, τέλεια;    Και συνέχισε….
Για να μη σε ταλαιπωρήσω στην ουρά να περιμένεις ,μου είπε:
Δώστα σε εμένα και εγώ, μου έχεις εμπιστοσύνη ή δεν μου έχεις;
Όλα αυτά θα τα τακτοποιήσω καθώς τους πρέπει !...
Σου έχω, του είπα: Το ξέρω, απόδειξη δεν παίρνω!
Όπως καταλαβαίνω!...  
Καλά το κατάλαβες.                                                                                                        Τί την θέλεις εσύ την απόδειξη, εσύ την δουλειά σου θέλεις να κάνεις.    Τα λέω σωστά ή μήπως  κάνω λάθος;
Ναι, του είπα ,σωστά τα λες και του έδωσα τα όσα μου ζήτησε, τα όσα πρέπει.            Αυτός τα πήρε βιαστικά, τα έβαλε στην τσέπη !  Και μου είπε:                                      Καλός άνθρωπος μου φαίνεσαι  και πώς καλύτερα μπορώ να σε εξυπηρετήσω;             Για  να το ειπώ στον κύριο Δ /ντή, αυτός μη ξέρει κάτι παραπάνω!                               Για κοίτα, άνθρωπέ μου, του είπα και εγώ με το παραπάνω, το αζημίωτο, όπως εσύ καταλαβαίνεις.
Κοίτα μήπως και βρούμε την άκρη!..
Θαρρετά πηγαίνει στον κύριο διευθυντή, του κλείνει το μάτι...
Πες το…Πεςτο..
Τι  θέλεις Διαμαντή, που εσύ δεν μπορείς να το κάνεις;....
Το ποσό να μου το γράψεις συνθηματικά στο χαρτί, και για  τα άλλα εγώ την ξέρω την δουλειά μου ! Το πόσα θέλεις εσύ και πόσα, για τους άλλους, τους παρά πάνω, το κόμμα, και για τους παρακατιανούς!...                                                                           Κανόνισέ τα εσύ, διαμάντι, Διαμαντή, όπως ξέρεις την δουλειά  σου και σε εμένα φέρε το, να το υπογράψω…. Μαζί με τα καθέκαστα!...  Το χαρτί….                               Μόνο, μη τον εξυπηρετείς γρήγορα,αμέσως!...                                                               Πες του να έρχεται κάθε ημέρα και κάθε δύο ώρες .                                                   Ζήτα του κάθε φορά που έρχεται και από ένα χαρτί ,από ό,τι σου κατεβάσει ο νους σου!...
Και αυτό ας κρατήσει καμιά εβδομάδα, στο πήγαινε- έλα και όλη την ημέρα, στην ορθοστασία να τον έχεις και σε ετοιμότητα.  
Όταν σου φέρνει το ένα χαρτί, αμέσως μόλις πάει να ησυχάσει- εσύ καταλαβαίνεις το πότε και όταν πάει να ειπεί, και λέει  από μέσα του,  το δοξασμένος ο Θεός, ξέμπλεξα- το άλλο  θα του γυρεύεις!...  Έτσι, για να το νοιώσει  καλύτερα, να καταλάβει την εξυπηρέτηση, εκτίμηση να σου έχει και να μας έχει.                                                        Γιατί, άμα τον εξυπηρετήσεις στα γρήγορα, θα ειπεί μετά, τίποτα  αυτός δεν μου έκανε, εύκολο πράγμα ήτανε, θα σε ειπεί χαραμοφάη!
Καμία εκτίμηση δεν θα σου έχει μετά, ούτε που θα σε χαιρετάει!..
Ούτε θα σε προσέχει!....   Μα ούτε που θα σε γνωρίζει….                                             Άμα τον εξυπηρετήσεις αμέσως, με το δίχως, με το τίποτα, και εσύ τώρα καταλαβαίνεις…. Τους… γνωρίζεις!...
-Τους  ξέρω… τους ξέρω εγώ, τι σου είναι αυτοί, οι επιχειρηματίες.                              Χρόνια τώρα στο κουρμπέτι, ασπρίσανε τα μαλλιά μου.                                                  Σου κάνουν τον κακόμοιρο, μέχρι να κάνουν την δουλειά τους και μετά σου λένε, στα  ίσια:    Χωρίς ενδοιασμό, κανέναν!    

Ότι είσαι ο άχρηστος, με τον μισθό που παίρνεις στο δημόσιο, δεν έκανες για παραπάνω και ας έχεις και από δύο, τρία τα Πτυχία, και άσε από τα άλλα τα χαρτιά!... καμπόσα….  Σου λένε και τα άλλα, από πάνω…                                                          Εμένα, αυτά που εσύ παίρνεις το μήνα δεν με φτάνουν ,ούτε για μια ζαριά, μια γύρα, μίας βραδιάς στα  μπουζούκια λουλούδια, ούτε για τις κολόνιες…                                 Απορώ με σένα,  πώς ζεις τα παιδιά σου;                                                                   Πώς σε αντέχει η φαμελιά σου ;  Και πώς τα φέρνει βόλτα;                                             Εκείνη την ταλαίπωρη την γυναίκα σου, όλο τριφτιάδες την ταϊζεις;
Για αυτό έγινε, ο κ…. σαν μπλάστρι από  τον τραχανά, τα ζυμαρικά που τρώει… Δεν φτάνουνε αυτά που βγάζεις τα λεφτά, για κάτι άλλο!...το…. παραπάνω, το καλύτερο…  φουκαρά  μου!  …. 

Και να το θέλεις από μέσα σου, Διαμαντή, να μείνεις, να είσαι το διαμάντι!...    δεν σου κάνουνε την χάρη…Δεν σε αφήνουνε, Διαμαντή, οι άλλοι!....   
Στην τιμή σου, στο ήθος σου, στον όρκο, που έχεις πάρει….                                           Σου ξύνουν την πληγή σου και μεγαλώνουν την οργή σου!....                                         Με εμάς τους δύο, Διαμαντή, όπως σε βλέπω και με βλέπεις, δεν σώνεται…. η πλάση…Εάν ξεφύγουμε από το σύστημα, το χατίρι δεν τους κάνουμε και δεν το ακολουθούμε, και δεν τους κάνουμε για την πάρτη τους τον εισπράκτορα, διαμάντι, Διαμαντή... κοίτα να ιδείς, τι θα γίνει… καλά να το καταλάβεις….                                Αυτό, εμάς, θα μας πετάξει…   Και θα μας βάλει να καθόμαστε σε μία άκρη, στην αναπηρική καρέκλα .
Έτσι στα αστεία, στο δήθεν, μας  τα λένε και μας κοροϊδεύουνε… Διαμαντή!...        
Καλά κανόνισέ τα  εσύ, Διαμαντή, να μη μας πιάνουνε κότσους ,να μείνει  και το κάτιτίς και για εμάς, να μη δουλεύουμε μόνο για τους άλλους, για να λαδωθεί και εμάς κάπου  κάπου, το άντερό μας!...

Ο υπάλληλος ο Διαμαντής, έρχεται χαρούμενος και μου λέει:
-Νομίζω πως εάν  τώρα  εσύ  είσαι εντάξει και λίγο ντεβεκέλης,   η ταλαιπωρία σου τελειώσει....Θα κάνεις τη δουλειά σου…                                                                        -Ναι!  Του είπα εγώ.  Πες το και  έγινε!...                                                                     Εγώ τώρα, αμέσως καταλαβαίνω….
Και αυτός με νοήματα ,χωρίς να ακούσουν οι άλλοι , μου είπε το ποσόν. 
Και εγώ,  αμέσως, του απάντησα: Χωρίς μεγάλη ζάλη!                                                 Το θέλημά σου θα είναι στην τάξη!.. .
Παίρνει από δύο χαρτιά και επάνω τους κάτι γράφει, μετά παίρνει και κάτι μεγάλες σφραγίδες και με θυμό τις κτυπάει, πότε στο χαρτί και πότε στο μελάνι. Γκαπ , γκούπ,  γκαπ , γκουπ!                                                                                                                 Τώρα είναι όλα έτοιμα, να πάνε για τον έλεγχο και οι υπογραφές να πέσουν….
Αν πέσει  πρώτα η χαρτούρα !...                                                                                     Έτσι είπε.
Και εγώ αναφώνησα και ακούστηκε:  "Δοξασμένος ο Θεός!..." Τελείωσα!...                  Άκουσα, όμως, δεν κατάλαβα, δεν ήξερα, το τι θα ειπεί… χαρτούρα!...   Νόμιζα πως είναι τα χαρτιά… όλο, όλο το χαρτομάνι…..                                                                   Και καθόμουνα  εκεί, συγχώρα με Κύριε και Θεέ μου, σαν μ…  μάρκος!...    Αυτός μου έριχνε ματιές επάνω, κάτω, πότε σε εμένα, πότε στα χαρτιά, εγώ πού να καταλάβω, ότι  περίμενε τα μπικικείνια, την άλλη ,την χαρτούρα να του δώσω.             Και αφού εγώ, Θεούλη μου, δεν έπαιρνα χαμπάρι ,λέει φωνακτά , με θυμό….   Αλλά και χάρη….Ας κάνω πάλι από την αρχή τον έλεγχο, μην είναι τα χαρτιά λάθος και με βάλουνε οι ανώτεροι κατσάδα!...    

Πρέπει να είναι καλά χαρτούρα!...                                                                               Ανακατώνει από την αρχή το φάκελο, από ό,τι έβλεπα, χωρίς να τον κοιτάει...
Σε εμένα έριχνε συχνά, λοξές ματιές, σαν να μου μιλάει…. Σαν κάτι να ήθελε, σαν κάτι να γυρεύει, σαν κάτι να ζητάει….                                                                                   Σε μια στιγμή κτυπάει τα χέρια του  νευρικά επάνω στο τραπέζι, με κοιτάζει για τα  καλά, καλά  και αυστηρά, μου λέει:                                                                             Να πας να φέρεις το βιβλιάριο  της ασφάλισης να το ιδώ ,με όλη μαζί την χαρτούρα .   Αμέσως, του είπα, τσακίζομαι , πηγαίνω!...                                                                   Για κοίτα, σε παρακαλώ, μη χρειάζεται και κάτι άλλο;                                                 Αφού με είχε μια βδομάδα πια, στο  όρθιο, στο πήγαινε- έλα…                                     Πήγαινε τώρα, μου είπε, γρήγορα, να μη περάσει η ώρα και σχολάσουμε, τίποτα άλλο δεν χρειάζεται και το θέλημα, όπως είπαμε, να φέρεις !...
Μόλις βγήκα έξω, τότε κατάλαβα.   Τι ήθελε να μου ειπεί ο άνθρωπος;                         Γιατί άλλαξε η συμπεριφορά του;                                                                                 Δεν βγήκαν από την τσέπη μου, τα οποία, να μπει στο φάκελο η χαρτούρα, να λαλήσουν τα λαλάκια, για  να χαρεί η καρδιά του.
Γλυκά αυτός για να λαλάει , ωραία να μιλάει!...                                                               Πήγα στα γρήγορα, έβαλα  στο φάκελο μέσα την χαρτούρα, τα λαλάκια που συμφωνήσαμε  και κάτι παραπάνω, να κάνω την δουλειά μου  και αμέσως του τον πήγα.
Τώρα κατάλαβα του είπα: Τα ποια  βιβλιάρια και ποια χαρτιά ζητάτε!... Δεν ξέρω γράμματα πολλά,   μη με περιγελάτε!.... και μη με παρεξηγάτε!....  Να με συγχωράτε!....Μη το λέτε και μη με περιγελάτε....
Για αυτό δεν δουλεύει το μυαλό μου, να πιάνω πουλιά στο αέρα!.. .                           Χαμογέλασε.
-Να, πάρε τα…. Του είπα:
-Μέσα είναι το θέλημα, η χαρτούρα και τα λαλάκια, ό,τι μου είπες, από ό,τι χρειάζονται.                                                                                                                 Το άλλο το χαρτί δεν το βρήκα!
Αν είναι απαραίτητο ,αύριο το φέρνω...
Για το άλλο χαρτί θα ιδούμε, μου  είπε:  Τώρα με καλοσύνη.
-Τώρα να πάρεις τις άδειες, εσύ, να κάνεις την δουλειά σου.                                            Αμέσως σηκώνεται, πηγαίνει στο διπλανό γραφείο, γκάπ ,γκούπ , γκααπ. ακούω να κτυπούν από δύο τρείς φορές οι σφραγίδες.
Γυρίζει, ανοίγει τον φάκελο μου  και λέει:                                                                       Τώρα  εσύ είσαι εντάξει!.. Με την βούλα , με υπογραφή και με τον νόμο.  Κανένας δεν τολμά, δεν θα σε πειράξει!                                                                                           Και μου έδειξε τις βούλες, τις υπογραφές ,το νόμο!...Την τάξη!...                                   Και επειδή είσαι καλός άνθρωπος, φιλότιμος, μπεσαλής, μου είπε:  Εγώ, δύο άδειες σου έβγαλα και εσύ διαλέγεις, το πού  θέλεις να το φτιάξεις; Και καλορίζικο !               Θέλεις να το φτιάξεις σε ακροθαλασσιά ;                                                                Θέλεις να το φτιάξεις στο σπίτι σου, στον κοινόχρηστο τον χώρο;
Εσύ τώρα είσαι ο διαλεγός και ό,τι θέλεις κάνεις!                                                         Έτσι μου είπε:                                                                                                               Και εγώ από χαρά και ευχαρίστηση πήγα να τον κεράσω από κάτι , το κάτιτίς, το πολύ μικρό, τον καφέ, του είπα...
Και αυτός με ύφος βλοσυρό,  αυστηρό μού είπε:                                                         Φύγε από εδώ, τα τέτοια εγώ δεν θέλω, δεν τα σηκώνω,  δεν κάνω.                             Το βούλωσα!    Δεν μίλησα…..                                                                                   Είπα ευχαριστώ! Έφυγα…                                                                                           Ήσαν  μπροστά και άλλοι!...                                                                             Κατάλαβα την γκάφα μου, μπορεί ο άνθρωπος, με το τίποτα, με το κέρασμα, με τον ένα τον καφέ, να έχανε την δουλειά του, να μένανε, στους πέντε δρόμους, νηστικά τα παιδιά του!...
Έφυγα, τον δικαιολόγησα και είπα:
-Δίκιο έχει και αυτός, για το σύστημα και αυτός δουλεύει!                                         Την ντρούδα  αυτός παίρνει!...                                                                                       Και μέχρι να τελειώσει την δουλειά και εγώ να καταλάβω, να πάρω μυρουδιά, να πάρω  εμπρός , να πάρω χαμπάρι, για να λαδώσω την μηχανή, να λαδωθούν όλα τα γρανάζια, για να δουλέψει στο ρελαντί!..Μου βγάλανε το λάδι…                                   Και…  Να!..  Το καρδιοχτύπι του  ανθρώπου, του Διαμαντή,  στα ουράνια….               Στους εκατόν εξήντα και βάλε τους σφυγμούς, κτυπούσε η καρδιά του!… Και πώς να έρθει στα συγκαλά του;...
Όχι από την δουλειά, όπως μετά κατάλαβα, αλά από την σκέψη και την αγωνία του, το πώς θα κρυφτεί;...
Να μη πιαστεί !... και χάσει το ψωμί του…                                                                 Και κάθισα και σκέφθηκα, Θεέ μου,Θεούλη μου  και είπα:                                        Αξίζει;….   Αξίζει;…Γιατί το κάνει αυτό;.. Γιατί;…
Το να το κάνει αυτό,  κάτι τον αναγκάζει… για  την ανάγκη του;
Το κάτιτίς, τον ανάγκασε και αυτόν!
Το σύστημα!...  Το σύστημα……                                                                                   Το να το κάνει για τους άλλους;  Τους τρανούς;..  Ποιος ξέρει;..  τι τον βρήκε;…   Η ανάγκη, η ανάγκη!                                                                                                       Το σύστημα , το σύστημα….  Θεέ μου!
Και πώς ξεφεύγεις;…                                                                                                   Όταν σε βρουν σε ανάγκη… σε αδυναμία…
Φύλαξε!... Φύλαξε, Θεέ μου!...Φύγε άνθρωπε! Θεέ μου!…Θεέ μου... Φυλάξου από το μπλέξιμο!...                                    

Το πρόσωπο του Θεού συννέφιασε!...  Και ο Θεός είπε  :                                             Έτσι σκέπτονται οι άνθρωποι με την ανάγκη τους;..                                                     Την αρετή ,το ήθος, το φιλότιμο, με την ανάγκη το μετράνε;..                                          Και  όλα αυτά, τα ξεπουλάνε;...
Και για τις επιθυμίες τους, την ανάγκη τους να ικανοποιήσουν, της μιας ημέρας το ψωμί που θέλουν; ...
Αυτό έχει ο άνθρωπος ανάγκη!...  
Αυτό το ψωμάκι η φύση του το έχει εξασφαλίσει!                                                       Την αυριανή την ημέρα, την ξέρει ο άνθρωπος πως θα είναι δική του;                           Για ποια ανάγκη, Νώε, και εσύ τώρα μου μιλάς;                                                        

Και όπως τα έλεγες και τα λέγεις, τόσο πειστικά και εμένα τώρα με συγκίνησες, κόντεψες και εμένα, από την συγκίνηση, να με παρασύρεις!...                                       Το δίκιο, το δίκιο με το μέρος σου, λίγο έλειψε να σου το δώσω...
Ο άνθρωπος στο πονηρό, όπως βλέπω,  δεν αντιστέκεται.                                              Πρόσεξε και εσύ να μη χαλάσεις!...  Και εσύ έχεις, να χάσεις….                                    Και για ποιο σύστημα  μου τσαμπουνάς;                                                                       Τα συστήματα εσείς τα φτιάξατε και εσείς να τα καταργήσετε!                                     Εγώ σας άφησα ελεύθερους στην γη, όρθιοι να περπατάτε,  να ζείτε!.. Για να συμμορφωθείτε...
Εσείς διαλέγετε και βάζετε αρχηγούς!...
Τους μικρούς, τρανούς τους κάνετε, τους σκάρτους αρχηγούς βάζετε, στην κεφαλή σας. Τους φαύλους βάζετε στην διαχείριση, χωρίς να τους εξετάσετε.  Τους κλέφτες, φύλακες στο ταμείο!... Και καλοί αυτοί, με όρκο λέτε πως είναι!...
Στην διαπλοκή  όλοι ανακατεμένοι!...
Δεν ξέρετε, δεν καταλαβαίνετε  το τι σας περιμένει;...                                                   Και ποιός σας φταίει για αυτό;...
Σας φταίνε οι άλλοι,  για τις δικές  σας κουταμάρες;...
Εγώ σας έδωσα μυαλό για να  το χρησιμοποιείτε!
Καλά να το σκεφτείτε…
Για αυτό, Νώε, συντόμευε…. μη μου κάνεις τον κακομοίρη!...
Επήρα, Θεέ μου, τις άδειες αναμάσχαλα, όλο χαρά γεμάτος… να διαλέξω τον τόπο τον κατάλληλο  για να το κατασκευάσω.
Επήγα σε ακροθαλασσιά και άρχιζα να σημαδεύω στον τόπο, έβαλα και παραπήγματα,  σύμφωνα με την άδεια που είχα.
Εκεί ήρθε  πάλι το λιμενικό, μου είπε  αυτό που θέλω να κάνω  δεν είναι για ναυπηγείο και τέτοιο πράγμα το χαρτί μέσα δεν γράφει...   Να πάω σε χωράφι! …         

Έφυγα,  πλήρωσα και εκεί για τη δήθεν  μόλυνση του χώρου, του περιβάλλοντος και πήγα και άρχισα να βάζω τα σχέδια ,το καράβι να το φτιάξω, στο οικόπεδο, στον κοινόχρηστο τον χώρο.                                                                                           Επήγα στο δάσος και σημάδεψα ποια δέντρα μου κάνουνε ,για τη ναυπήγηση να κόψω.Εκεί βρήκα και το δασάρχη ,καλός άνθρωπος, αυτός μου τα είπε όλα από την αρχή, τον τρόπον, τα  χρειαζούμενα, τα εμπόδια το πως να ξεπεράσω.
Αυτός ξάστερα μου είπε:                                                                                                Δεν είναι ένα δέντρο που θέλεις να κόψεις να το πάρεις, να κάνω εγώ τα στραβά μάτια, μα εσύ θέλεις πολλά και πρέπει να πληρώσεις.                                                     Τα πόσα ;Του είπα:                                                                                                     Πολλά θα κόψεις, πολλά θα πληρώσεις ,τόσα το κομμάτι...
Και για να μην έχουμε προβλήματα με τους οικολόγους, κάτι πρέπει να δώσεις και σε αυτούς, για να μη σε καθυστερούνε.                                                                             Αυτοί ποιοι είναι, πού είναι, δεν τους ξέρω, πού θα τους βρούμε;...
Πού κατοικούνε;.                                                                                                       Αυτούς τους ξέρω εγώ, θα σου ειπώ πού είναι, να πας να το τακτοποιήσεις το θέμα.    
Το πόσα είναι όλα μαζί, λέγε μου, και εφόσον εσύ τους ξέρεις, πάρτα, τακτοποίησε ταΕσύ, του είπα, θα τα καταφέρεις καλύτερα από εμένα.                                                 Έδωσα αυτά που μου ζήτησε και ησύχασε το μυαλό μου.                                             Εκεί έκανα την δουλειά μου, χωρίς ταλαιπωρία!                                                           Άρχισα να κόβω τα δέντρα να τα σχίσω, να φτιάξω την ξυλεία για την κιβωτό.             Επήρα και δύο, τρείς ανθρώπους να με βοηθήσουν στην δουλειά, τους πλήρωσα και με το παραπάνω- την αδικία του εργάτη δεν την θέλω- καλά πήγαινε η δουλειά.           Αρρώστησα, για αυτό δεν παραπονιέμαι και η αρρώστια για μας είναι! Πήγα στο γιατρό, πέντε έξη φορές, μπορεί και παραπάνω.  Με εξέτασε, με κοίταξε με έγιανε ο άνθρωπος, παράπονο δεν έχω. Όμως με ξεπεντάριασε, άσε  που για τα φάρμακα πούλησα και το μουλαράκι, εκείνο που είχα και κουβάλαγα από το δάσος, τον λόγγο, τα έτοιμα τα ξύλα.
Άσε και πού να σου λέω και τα άλλα!.
Όταν γύρισα από την αρρώστια μου στο δάσος…
Τί να σου ειπώ; Και εγώ που τώρα το λέω ντρέπομαι!...
Τα περισσότερα από τα έτοιμα τα ξύλα τα είχαν κλέψει !
Τι να ειπώ; Και τι να μολογήσω;..
Και να το ειπώ;   Ποιός θα με πιστέψει;...
Γι αυτό το βούλωσα , δεν είπα τίποτα, να μη με  κοροϊδέψει!...
Και όλοι με κοροϊδεύουν!                                                                                             Και την πριόνα τη μεγάλη μου κλέψανε, Θεούλη μου και λεφτά για να αγοράσω άλλη δεν έχω, με το μικρό το πριονάκι τα ξύλα έκοβα και από ένα , ένα το κουβάλαγα στον ώμο, ζαλιά στην πλάτη….
Μπαϊλντισα, λυπήσου με,  Θεούλη μου.                                                                         Έφτασα σε αφάνταστο σημείο….  Στο αμήν!...
Ούτε μια στάλα από κρασί δεν είχα να βρέξω τον λάρυγγά  μου !....                           Εζήτησα τα δανεικά εκεί όπου είχα δανείσει για διευκόλυνση και βρήκα και τον μπελά μου.
Κανένας τους δεν μου επέστρεψε,   δεν μου έδωσε,  ούτε την μία δεκάρα και μου είπανε και μερικοί, πως μήνυση, αν πάλι τους ενοχλήσω, και για τοκογλυφία  θα μου κάνουν....
Τι εμπορεύματα τους πούλησα;   μου είπαν.
Και πού είναι τα συμφωνητικά μου;...                                                                         Και πού είναι και τα κιτάπια, και πού είναι τα αποδεικτικά μου,  που να αποδεικνύουν το  πως τους δάνεισα;...                                                                                                   Εγώ με την εμπιστοσύνη τα έδινα και όποτε είχανε την διευκόλυνση να μου τα επιστρέψουν, για να υπάρχουνε στην άκρη να διευκολύνω και άλλους!....  Και άμα δεν είχανε, δεν μου τα δίνανε καθόλου!....
Αλλά φτωχός κανένας δεν μου τα έφαγε, όλοι στην ώρα τους πίσω  μου τα γυρίσανε.   Εζήτησα βοήθεια από αυτούς που πολύ είχα βοηθήσει, ευεργετήσει.
Και βοήθεια, πουθενά!....
Αυτοί στο τάχατές μου με συμπόνεσαν, έκαναν πως με καταλαβαίνουνε και μου υποσχέθηκαν ότι θα με βοηθήσουν με την  προσωπική τους εργασία, και με πρόδωσαν στην αστυνομία .
Για τη μικρή παράβαση που έκανα στην αυλή του σπιτιού μου….                                Και αυτό το έκαναν, δεν βρίσκω άλλο λόγο, ούτε τους πίεσα για να έρθουν να δουλέψουνε ,αλλά για να με σταματήσουν από την δουλειά, να έχουν τα προσχήματα και τις δήθεν δικαιολογίες, βοήθεια να μη μου δώσουν,[ προσφέρουνε]!                      
Αρρώστησα , ψηνόμουνα στη θέρμη.                                                                             Πήγα σε αυτόν που έχει τα γιατρικά, τα φάρμακα, σε εκείνον που τον λένε γουδοτρίφτη. Που στο  γουδί τρίβει τα βότανα  και φάρμακα τα φτιάχνει .                     Πήγα και του ζήτησα να μου δώσει βερεσέ, από ένα κουκούτσι κινίνο, αντιπρίνη.    Δεν μου έδωσε!...
Δεν μου έδωσε και από αυτά, που από της γης τα βότανα, δώρο Θεού, γιαίνουνε τα πάθη!... .
Μήτε τον όρκο κράτησε που είχε κάνει στον… Ιπποκράτη, μα ούτε ντροπή ,μα ούτε αίσθηση καμία!..
Τον όρκο!..  τον όρκο αυτόν που λέει:                                                                           "Όποιος έχει της ζωής το φάρμακο, αμέσως να το δίνει!.."                                             Καλά, δεν μου έδωσε!...
Μα δεν με κοίταξε καθόλου, με το που άκουσε την λέξη βερεσέ!....                             Δεν μου έδωσε ούτε φαρμάκι να φαρμακωθώ , τίποτα δεν θυμήθηκε και αυτός …. Ούτε τα καλούδια που του έδινα, ούτε που τον ζωογονούσα, όταν ήταν ορφανός, όταν σπούδαζε , την επιστήμη του γουδοτρίφτη….. να γίνει φαρμακοτρίφτης.                       Δεν έχω κακία μέσα μου, να είναι καλά οι άνθρωποι, να μην έρθουνε στην ανάγκη μου και δεν μπορώ να τους βοηθήσω, εγώ  να τους φανώ χρήσιμος. 

Και τότε θα στενοχωρηθώ πιότερο από τώρα!...                                                             Όλα αυτά , όλες οι καλοσύνες  ξεχνιώνται, Θεούλη μου, και μη με ξεσυνερίζεσαι ,  αν είπα καμιά  κουβέντα παραπάνω, αγανακτισμένος!...
Εμένα  για ευεργεσίες και καλοσύνες μου λέτε εσείς...
Όλα αυτά που λέτε εσείς για ευεργεσίες και καλοσύνες ,εσείς πού τα βρήκατε;              Εγώ σας τα έχω δοσμένα! ….                                                                                       Και μπουκιά ψωμί σε άλλον δεν δίνετε, όταν την έχει ανάγκη ...
Και εσείς την πετάτε!...
Μόνο φιγούρες  κάνετε, με δανεικά τα αλεύρια…. Πίσω δεν τα γυρνάτε!                       Έλα, Νώε, σύνελθε στο θέμα μας να έρθουμε , να μάθω και εγώ τι έγινε με αυτή την κιβωτό, που εσείς την λέτε καράβι;...

Θα την τελειώσεις καμιά φορά, ο κόσμος έχει παραπάρει!                                               Και όπως το πας, μου φαίνεται, το πας το πράμα ,κάπως, κάπου, μου τα μπερδεύεις!....  Και όλα τα ανακατεύεις….
Δεν ξέρω τι γυρεύεις;
Δεν μου αρέσει  αυτό το πράμα!...
Θες από μόνος σου και σένα να σε βρει κανένα μεγάλο δράμα;…                         Τέλειωνε, Νώε, τέλειωνε….                                                                                         Τελειώνω!... Θεέ μου.  Τελειώνω. Που θα τελειώσω  και εγώ!.. Τελειώσανε και τα λεφτά ,αυτά που είχα στην άκρη και για την κακιά ακόμα την ώρα!
Και πώς θα τελειώσει το καράβι;...
Ο Θεός κάθεται και τον κοιτάει, τον αφήνει να μιλάει…
Με στέρηση και κούραση πιστεύω να το τελειώσω, αν δεν με τελειώσει με αυτά που τραβάω!
Μια  ημέρα, Θεέ μου, που στο δάσος ήμουνα και έκοβα την ξυλεία, είδα  από μακριά ένα ψηλό ίσιο δέντρο. Το λιμπίστηκα, και είπα αυτό κάνει για το κατάρτι!  Να πάω να το κόψω.
Παίρνω στα χέρια μου το πριονάκι μου όλο χαρά γεμάτος.                                           Νόμισα πως ήταν κοντά, σε λίγη απόσταση, θα πάω να το κόψω.
Κίνησα και  σε όλο το δρόμο , το δέντρο το έβλεπα, το είχα και για οδηγό μου ,το είχα για σημάδι, νόμισα ότι είναι κοντά, μα αυτό ήταν μακριά!                                         Αγκομαχώντας έφτασα και είδα πως μου κάνει.                                                           Αρχίζω με το πριονάκι μου χωρίς γύρω μου, τριγυρίζω...
Σε λίγο ένα κράκ, κράκ ακούστηκε,!    Και το καμαρωτό, το πανύψηλο το δέντρο πέφτει , ξάπλωσε κάτω!...
Λυπήθηκε η καρδιά μου….
Εκεί που ήταν ξαστεριά ,άρχισε να συννεφιάζει ,και βαθιά ομίχλη πλάκωσε, δεν  έβλεπα μπροστά μου!...
Σημάδι όταν ερχόμουνα από χαρά, κανένα δεν είχα βάλει.                                             Για να έρθω, το δέντρο έβλεπα!     Τα;….
Άρχισα στο δάσος να περιπατώ, να περιπλανιέμαι για να βρω το σωστό δρομάκι στο σπίτι μου να γυρίσω…. 
Χάθηκα!...
Εκεί στο μονοπάτι που βάδιζα συνάντησα έναν  άλλον ,τον ρώτησα και του είπα:  Έχω χαθεί, θέλω να πάω από αυτό το μονοπάτι, από την δυσκολία για να βγω…
Και αυτός μου είπε:  Μη πας, δεν βγαίνει. Από εκεί που  εσύ πας, εγώ τώρα έρχομαι . Με συμβούλεψε και μου είπε:                                                                                       "Λάθος δρόμο, άνθρωπε, πήρες , πάρε το πισάχναρο, γ ια να σωθείς".
Τον άκουσα, γύρισα πίσω  αχνάρι, αχνάρι, ψάχνοντας, κάπου  κάπου έβαζα και κανένα σημάδι.
Είδα τα λάθη μου, τα διόρθωσα και βγήκα.                                                               Μετά, Θεέ μου, από τα παθήματά μου νομίζω  πως έβαλα μυαλό!
Και ο Θεός είπε:
Συνέχισέ το για να ιδούμε για πού το πας, μέχρι τώρα για αυτό που σε ρώτησα και θέλω να μου ειπείς τίποτα δεν μου είπες.
Πώς δεν σου είπα;...
Θεέ μου, όλα σχεδόν σου τα είπα, τα ξέρεις...
Θεός είσαι,  κάνεις πως δεν με καταλαβαίνεις!                                                               Θέλεις να σου τα ειπώ και εγώ να ιδείς αν καλά τα κατάλαβα, εάν  τα έχω εμπεδώσει, εγώ με αυτά που έχω πάθει;
Και το περισσότερο που κατάλαβα για τα καλά, Θεέ μου, είναι, πως τα λεφτά που είχα  τέλειωσαν, και όλες οι οικονομίες ,δεν ξέρω μήπως έκανα και σπατάλες!                     Πάντως ένα είναι βέβαιο, πως το έργο δεν τέλειωσε και είναι στη μέση και ίσως λίγο παραπάνω ….
Χωρίς πολλές  κουβέντες  αυτή είναι  η αλήθεια, αυτή είναι η κατάσταση, τα λόγια ας μη τα μασάμε και μη τα ξεροσυγυράμε…                                                                     Ήρθε  τώρα ,όπως μου το είχες ειπεί, η ώρα  της κρίσης!                                         Φταίω και πρέπει να με τιμωρήσεις…                                                                           Όχι ακόμα, τα περιθώρια σου τα έχω αφήσει……                                                         Εφόσον  έχεις τα περιθώρια μπορείς να συνεχίσεις….                                                   Και του είπε ο Θεός, δεν έχεις όμως απεριόριστο τον χρόνο.                                 Σύντομα, Νώε, σύντομα.
Ο Νώε συνέχισε :                                                                                                           Και για να βρω τα λεφτά τα χρειαζούμενα, Θεέ μου, συμβουλεύτηκα τους ειδικούς, εκείνους τους οικονομολόγους ….
Μου είπαν και με συμβούλεψαν  στην  τράπεζα να πάω .
Εκεί υπάρχουν πολλά τα λεφτά και όλοι μαζί οι παράδες…..Τα καπιτάλια μαζεμένα…. Και περιμένουνε εμένα!...
Με ευκολία θα μου δώσουνε αν έχω τα εχέγγυα... Εάν είμαι ντόμπρος στον λόγο μου, καλοπληρωτής στις συναλλαγές μου, πολλά να μη ρωτάω, να τους δώσω και το σπιτάκι μου, για να εξασφαλίσουν τα λεφτά τους. ..                                                         Να μη τρέμει η καρδιά τους... Και αυτό να είναι ασφαλισμένο ,ασφάλιστρα να πληρώνω για την δική τους την εξασφάλιση να πάρουν τα καπιτάλια τους  πίσω και με το παραπάνω.
Αν εγώ  πάθω το κάτιτίς, και πεθάνω και τους αφήσω στη μέση τους μπενετάδες, για να έχουν αυτοί να λαβαίνουν. Τίποτα άλλο  αυτοί δεν καταλαβαίνουν!...                     Καλή μου φάνηκε η συμβουλή,  την δουλειά μου να κάνω.
Μαζεύω τα χρειαζούμενα χαρτιά, κιτάπια , στην τράπεζα τα πήγα.                                 Εκεί υπόγραψα όλα τα χαρτιά , για κεφάλαιο, τόκους και πανωτόκια.
Με θάρρος  μεγάλο τα υπόγραφα , θα τα ξεπλήρωνα από την δουλειά μου, κανέναν δεν ήθελα να ξεγελάσω...
Μόλις έφτασα στην προσημείωση ,την υποθήκη, για το σπίτι να υπογράψω ,εκεί δίστασα, φοβήθηκα μη το χάσω!...
Και τα παιδάκια μου πού θα τα αφήσω;  Στους ρέχτες;                                                   Αμέσως μετά θυμήθηκα, το τι ήθελα το δάνειο, τα λεφτά τι να τα κάνω;
Τον σκοπό που θέλω τα λεφτά, και αυτό το μυστικό που μου είπες, Θεέ μου, στο αυτί εκείνο το βράδυ!...
Επήρα πάλι τα θάρρετα και είπα:
Τι  να κοιτάξω;…
Αφού έτσι μου τα είπε ο Θεός, πως όλα θα χαθούνε ,το σπίτι τώρα εγώ να φυλάξω;     Την κιβωτό, το καράβι στα γρήγορα καλό πρέπει να φτιάξω!                                         Ας το πάρουν από τώρα αυτοί, έτσι και αλλιώς χαμένο και χαμένο είναι.
Το ξεγράφουμε από τώρα! …Και στην καλή την ώρα…                                                 Και με χαρά μεγάλη υπόγραφα, όλα τα χαρτιά, τα κιτάπια, χωρίς καθόλου να τα κοιτάζω.                                                                                                                         Μέχρις που και του τρανού εκείνου του διευθυντή του κίνησα την περιέργεια . Πρώτη φορά ,μου είπε, βλέπει άνθρωπο να βάζει το σπίτι του  αμανάτι, και αυτός να κοιτάζει…. τον… διαβάτη!...
Ή καλοπληρωτής είσαι άνθρωπέ μου ,μακάρι να είχαμε και άλλους τέτοιους, ή μεγάλος μπαταξής, θα βρούμε τον μπελά μας.
Εγώ τον κοίταξα έξυπνα, πονηρά γέλασα, και του είπα:
Και οι δύο πρέπει να κάνουμε την δουλειά μας.
Τι άλλο  θέλεις, να σου το δώσω, μη τρέμει η καρδιά σου!...
Και από μέσα μου είπα: Μήπως εγώ θα προφτάσω,  θα τα πληρώσω;                           Αφού θα χαθούνε που θα χαθούνε  όλα να του τα δώσω!                                                Να το ευχαριστηθεί, να καταλάβει πως δεν είμαι μπαταξής,  δεν θα του τα χώσω!.... (φάω)                                                                                                                     Κρατήσανε ό,τι κρατήσανε , και μένα τι με νοιάζει, μου δώσανε τα υπόλοιπα , στο τέλος όποιος έχει, χάνει. Μόνο να φτάσουνε να φτιάξω το καράβι!                               Τα πήρα  με το γέλιο, με χαρά και έφυγα χωρίς να τα μετρήσω και είπα ευχαριστώ, την δουλειά μου θα συνεχίσω!....
Στο τέλος, εσείς θα είσαστε ζημιωμένοι, τίποτα δεν  σας μένει!..
Ούτε σπίτια,  ούτε τα χαρτιά, κιτάπια,  μα ούτε τα  καπιτάλια!...
Θα γίνουν όλα τους λάσπες!…    Χάλια!…                                                                     Όλοι , δεν ξέρω πώς το μυρίστηκαν; Πως είχα λεφτά στην τσέπη!
Όλοι από κοντά τώρα με πήγαιναν, που πρώτα κανένας τους, ούτε καλημέρα δεν έλεγε,  δεν μου μιλούσε!….
Μα ούτε αν είμαι καλά, αν ζω, ρωτούσε!...                                                                     Όλοι τους ανάγκη έλεγαν πως είχανε και δανεικά ζητούσαν!...                         Περισσότερο επέμεναν αυτοί, που πάλι είχα δανείσει και ποτέ τους  κανένας, δεκάρα δεν μου είχανε γυρίσει.
Ούτε στη μεγάλη ανάγκη μου τα φάρμακα να πάρω.                                                    
Εγώ το πάθημά μου ξέχασα, τους λυπήθηκα και άρχισα πάλι και από  τα δανεικά να μοιράζω.
Μυαλό δεν βάζω!..
Ο Θεός που τα άκουγε όλα αυτά,  το κεφάλι του σκύβει, την καλοσύνη, τα βάσανα του Νώε, συμμερίστηκε, και με συμπάθεια τον ζυγώνει στο αυτί και του μιλάει:
Συνέχισε, Νώε, συνέχισε, συντόμευε όμως λιγάκι και εγώ μαζί σου είμαι.                   Ο Νώε, με αυτά τα λόγια που άκουσε χάρηκε, σηκώθηκε το ηθικό του .                       Ήλιο  με ήλιο, ήλιο με φεγγάρι, φεγγάρι με φεγγάρι δούλευε για να τελειώσει την κιβωτό, το καράβι.                                                                                                     Καθόλου δεν κουραζότανε, είχε τον  Θεό κοντά του!                                                     Να κάνει την δουλειά του ...
Συχνά πυκνά στον ύπνο του συνομίλαγε,  και τις ορμήνειες Του ζητούσε. 

Ένα βράδυ στην κουβέντα τους και τα άλλα ούλα του τα είπε:
Άσε τι να σου λέω Θεέ μου, και τι να μολογήσω, με τις κουταμάρες που κάνω, φοβάμαι μη με μαλώσεις, αλλά αφού τις κάνω πρώτα,  μετά τις βλέπω, νωρίτερα δεν τις καταλαβαίνω...
Δεν ξέρω πώς τα καταφέρνω!...
Και τι παθαίνω;…                                                                             
Πρωτύτερα  , καλό το λέω πως είναι!
Και να τι έγινε,  για να μου ειπείς Θεέ μου, αν έκανα το καλό ή πιάστηκα κότσος  μεγάλος!                                                                                                                           Με πήρανε χαμπάρι πως μου είχανε μείνει κάτιτίς, από τα δανεικά που πήρα να κάνω την δουλειά μου και αυτοί που κάνουν τον φιλάνθρωπο και λένε πως δουλεύουνε, για να φροντίζουνε τους άλλους.                                   

Τους αδύναμους, τους πεινασμένους! …..                                                                       Αυτούς, Θεέ μου, που πέφτουν οι αρρώστιες, οι σεισμοί, οι καταποντισμοί ,οι λιμοί, οι πόλεμοι….
Δεν ξέρω, αυτά ποιος τα ρίχνει;..                                                                                   Ήρθαν και μου μίλησαν με την καλή την ρητορική την γλώσσα….                               Με έπιασε το φιλότιμο, η λύπηση, η ψυχοπονιά ,η ανθρωπιά ,λύγισε η καρδιά μου, βουρκώσανε τα μάτια μου, βρύση τα δάκρυα πάνε!
Τότε είπα: Έχει ο Θεός  για το αύριο, το τι θα γίνει….
Εμένα δεν με αφήνει!...
Χωρίς να το πολύ σκεφτώ  τα έδωσα, τα περισσότερα από αυτά που μου είχανε μείνει. Για την φιλανθρωπία, όπως μου είπανε, αυτοί που πολύ  καλά μιλάνε, για το θεάρεστο το έργο, όπως μου είπανε και λένε!
Και  είπα : Χαλάλι!....Χαλάλι!...
Να είχα και άλλα  να έδινα μακάρι …                                                                             Και ήτανε η ψυχή μου αναπαυμένη!...                                                                             Με όρεξη δούλευα, ίδρωνα και ξε ίδρωνα στην δουλειά και εκεί επάνω κατά επάνω, με την ιδέα πως κάτι το καλύτερο είχα κάνει!...
Για την φιλανθρωπία, για την φιλανθρωπία!...                                                                
Όπως οι τρανοί, οι επιτετραμμένοι τότε λέγανε και λένε:                                               Να μαλακώσει η συμφορά!...να γιατρευτεί ο πόνος!...                                                   Αλλά δυστυχώς μόνο στα λόγια…. Λόγια … Λόγια…. Λόγια!...                                   Αλλά, όπως λέγανε οι παππούδες οι απλοϊκοί, εκείνοι οι σοφοί άνθρωποι:
Τι ρωτάς, τι τα συγυράς και τι τα γυρεύεις;...
Καλύτερα θα ήτανε να τα αφήναμε όπως ήρθανε  και ήσαντε  και όχι όπως γίνανε!...
Τώρα : "Τα χυμένα μαζεμένα δεν γίνονται..."                                                           Λέγανε αυτοί που ξέρουν.                                                                                         Έμαθα,  που θα ήταν καλύτερα να μη μάθαινα, γιατί με βάρεσε στάλα στο μυαλό.     Έμαθα, Θεούλη μου, ότι από την φιλανθρωπία που μαζέψανε και που έδωσα και εγώ, όσα έδωσα, τα  έφαγαν τα περισσότερα, σε έξοδα παραστάσεως, προβολής και δημοσίων σχέσεων...
Δεν  βλαστημάω, δεν κλαίω που τα έδωσα όλα και φάνηκα ασυνεπής και σε Σένα Θεούλη μου.
Εσύ, Θεός είσαι και θα με συγχωρέσεις….
Αλλά κλαίω και στενοχωριέμαι γιατί δεν καταλαβαίνω τι σημαίνει έξοδα παραστάσεως ,προβολής και δημοσίων σχέσεων;...
Μήπως σημαίνει πως ξοδεύουν αυτά που μαζέψανε από τους αφελείς, από τα κορόιδα σαν και εμένα;...
Όχι, μου είπαν ,ακριβώς....
Σημαίνει ότι ξοδεύουμε αυτά που μαζέψαμε για τη φιλανθρωπία, τρώμε, πίνουμε και έχουμε φιλίες και κολεγιές με τους τρανούς για να μας βοηθήσουνε την άλλη φορά να μαζέψουμε περισσότερα για να καλοπεράσουμε καλύτερα και άστους  τους άλλους στην μοίρα τους να περιμένουν…                                                                                 Και αυτοί που τα έδωσαν να νομίζουνε πως έχουν  την ψυχή τους αναπαυμένη!         Και η δουλειά πηγαίνει λέγοντας…   Και ανακυκλωμένη!...                                       Αλλά ας είναι και έτσι. Αν πήγε έστω και λίγη βοήθεια και τους δώσανε το κάτιτίς και σώθηκε έστω και ένας άνθρωπος, και αυτό πάλι καλό είναι !...                                     Εγώ με την δουλειά μου θα κουραστώ περισσότερο!                                                   Τώρα  ας τρέχει ποτάμι ο ιδρώτας από το κούτελό μου.
Δεν πειράζει, ας  είχα μυαλό.                                                                                           Γιατί;....  Γιατί....
Θέλει και ρώτημα... " Ό,τι τραβάει το κορμί, η κεφαλή μας τα φταίει...."                   Αλλά τέτοιο που είναι τέτοια θέλει… Και άλλα, ακόμη περισσότερα!..
Να μην έχει μια στάλα κρασί να βρέξει το λάρυγγά του…                                           Αυτό  του αξίζει!....

|Ο Θεός κοίταξε στα μάτια τον  Νώε που ήσαν  βουρκωμένα....
Ποιος ξέρει το  γιατί;...
Του χαμογέλασε, τον κτύπησε σιγανά στον ώμο και του είπε:
"Δύναμη, Νώε, δύναμη….  "
Συνέχισε αγνός, όπως είσαι, και φτιάξε την κιβωτό, το καράβι.                                     Η χαρά της ζωής όπως καλά κατάλαβες,  Νώε, είναι στις μικρό- απολαύσεις .             Είναι στη στάλα το κρασί που πίνεις, όταν την έχεις ανάγκη, να βρέξεις τον λάρυγγά σου ,για να ευφρανθεί η καρδιά σου…
Το λίγο το νερό στην κάψα του καλοκαιριού, που δροσίζει το μέτωπό σου.                 Το πολύ σε πνίγει!….                                                                                                     Μη το νομίζεις πως και αυτοί που τρώνε τα πολλά, από τα κλεψιμαίικα, τα σελέμικα, ευφραίνεται  η ψυχή τους.
Σαν του λαγού τρέμει   η καρδιά τους, το καρδί τους,  στην αγωνία πάντα είναι... και αυτοί!...
Και όλο στην σκέψη είναι, το πώς περισσότερα να κλέψουν και από την πλεονεξία τους αχόρταγοι πάντοτε είναι….
"Και αν θα χορτάσει ο Άδης κόκκαλα , τότε θα έχουν και αυτοί σταλιά χαράς , δική τους!..."
Εσύ, τους βλέπεις να φαίνονται χαρούμενοι;...
Ενώ όλα έχουν τα αγαθά και όλες τις απολαύσεις!...                                                       Στην πραγματικότητα αυτοί είναι, οι πιότερο από όλους, δυστυχισμένοι.                     Και βράζουνε με το ζουμί τους!                                                                             Αυτώνε  ποτέ δεν γελάει από καρδιάς τα χείλη τους.  Δεν χαίρεται η ψυχή τους.           Όλα μαύρα, κατάμαυρα τα βλέπουνε και πάντα στη μιζέρια είναι…                              "Δύναμη!... Νώε, Δύναμη!... και μη λιγοψυχάς …. "                                                     Και μην ξεχάσεις τη βεργούλα από το κλήμα, και πρώτα,  πρώτα το αμπέλι να φυτεύσεις!...
Τον ευλόγησε και από την οπτασία του χάθηκε!...

Ο Νώε, ενθαρρυμένος, με όρεξη και  δύναμη  μεγάλη τη δουλειά του  συνέχισε και τέλειωσε την κιβωτό, εκείνο το καράβι!....
Μόλις ήταν έτοιμος   στο λιμάνι να το καθελκύσει, στη  θάλασσα να το πάει για να το δοκιμάσει ,αμέσως τον πήρανε χαμπάρι....
Η εφορία φοβήθηκε μη φύγω με το καράβι και δεν πληρώσω την υπεραξία.
- Παιδιά, τους είπε: Μη φοβάστε, αυτό δε φεύγει, δεν είναι καράβι για σημαδούρα  για να φαίνεται από μακριά, έχει μόνο ένα κατάρτι. Μη ρίξει ο Θεός πολύ νερό και επειδή είναι γούπατο το σπίτι, για αυτό το έφτιαξα, για το μήπως το πολύ νερό μας πνίξει…
Και τώρα, ακούστε να καταλάβετε την ανταπόκριση που πήρα !...
Με ποιο δικαίωμα, ποιος είναι αυτός που είναι υπεράνω του νόμου και πώς θα πάρει τέτοια απόφαση αυτό να κάνει;    
Πολλή  βροχή να ρίξει;...
Η απόφασή Του αυτή είναι αντισυνταγματική, καταχρηστική και αμέσως θα ακυρωθεί στο μεγάλο δικαστήριο, το συμβούλιο της επικράτειας.   
Nα Του ειπείς αυτό να μη το κάνει, θα βρει το μπελά του...
Ο νόμος θα τηρηθεί, χάρη δεν θα έχει καμία!....
Αλλά εσύ μου φαίνεσαι μπαταξής κι από, ό,τι φαίνεται, θέλεις να το πάρεις, να φύγεις με το καράβι… τους φόρους, να μην πληρώσεις! …
Αυτό αμέσως πρέπει στο κράτος να προσημειώσεις…..                                                   Μετά  χαράς μεγάλης του είπα: Αν θέλεις, έλα να το πάρεις.
Όλα είναι προσημειωμένα , μόνο τα δώδεκα παιδιά μου δεν είναι ακόμα  χρεωμένα, Δεσμευμένα!..
Χρεωμένος,  δεμένος και δεσμευμένος είμαι και εγώ  μέχρι τα μπούνια!
Έξω μόνο  αδέσμευτα , ανοικτά, ακόμα  μου έχετε  αφήσει και είναι τα ρουθούνια!...   Ο Θεός που τα έβλεπε και τα άκουγε όλα αυτά, τα γέλια  βάζει και τον ταπεινό  το Νώε διατάζει!...  Να μη διστάζει….
-Νώε, του λέγει: Καλά την έχεις φτιάξει την κιβωτό ,το καράβι. Άρχισε γρήγορα  μέσα του να βάζεις από όλα τα πλάσματα της φύσης, κανένα μη λησμονήσεις, τίποτα να μην παραλείψεις από ζώα, ψάρια, φυτά, πουλιά, ερπετά και δέντρα .
Στα γρήγορα μάζεψέ τα και πάρε και φύλαξε καλά από όλους τους σπόρους και να μη ξεχάσεις να πάρεις, όπως πρωτοείπαμε,  και μια βεργούλα από το κλήμα, αμπέλι πρώτα από όλα να φυτεύσεις.
Και πάρε μαζί σου, Νώε: Όλες, τις αρετές και όλες τις καλοσύνες, καμία από τη βιασύνη σου να μην ξεχάσεις, μη  λησμονήσεις …
Και πρόσεχε, Νώε, πρόσεχε!...    
Και γρήγορα μάζεψέ τα, σε έξι ημέρες  θα έχεις τελειώσει.
Πρόσεχε, τώρα Νώε, πρόσεχε!
Τα αυτιά σου να έχεις τέσσερα, τα μάτια σου να έχεις δεκάξι!                                       Μην ξεχαστείς μόνο και πάρεις, Νώε, μαζί σου μέσα στην κιβωτό,  από την  καλοσύνη σου, ή  από λύπησή σου,  την αχαριστία!.. .      

Τότε... θα  σε βρει μεγάλη απελπισία!……                                                                     Να βάλεις φύλακα καλό, έμπιστο και ανοικτομάτη, μήπως δολίως με μπαμπεσιά, κρυφά,  η αχαριστία τρυπώσει!.... μέσα στο μάτι!...                                                       Στα σβέλτα ο Νώε μάζευε από τα φυτά όλους τους σπόρους, και ο χωροφύλακας τον παραφύλαγε που δεν μπορούσε να πληρώσει τους φόρους.                                           Άρχισε ο Νώε με τη σειρά να βάζει στην κιβωτό τα καλύτερα από κάθε είδος, δέντρα, φυτά και ζώα .
Όλα τα είδη, από το φυτικό και ζωικό βασίλειο!
Δεν παράλειψε κανένα!
Να μη χαθεί η ζωή!
Και πρώτα  πρώτα έβαλε στην κιβωτό  τρείς βεργούλες από το κλήμα, καλό κρασί να κάνει να ευφραίνεται του καινούργιου κόσμου η καρδιά του!  Να λιγοστεύει ο πόνος του και να ξεχνά τα βάσανά του!...                                                                                   Διάλεξε και έβαλε μέσα τους καλύτερους από όλους τους σπόρους.
Και ήρθε η σειρά του ανθρώπου !...                                                                                 Να διαλέξει ανθρώπους να έχουν χαρίσματα, τουλάχιστον από μία αρετή ο καθένας και να αποκλείσει να μη μπει μέσα η μόλεψη, η πουστιά, ο εγωισμός και προπάντων… η αχαριστία!
Να τηρηθεί  η Εντολή του Θεού. 

Πρώτον διάλεξε τον ηθικόν,  τον εργατικό  άνθρωπο να βάλει μέσα στην κιβωτό. Να έχει λόγο και μπέσα!
Τον διάλεξε. Άνθρωπο  ρωμαλέο, δυνατό, με ροζιασμένα χέρια.
Αυτός είπε, την γη θα καλλιεργεί και αυτή τα σωθικά της θα ανοίγει,  θα δίνει απλόχερα καλούς καρπούς να ευφραίνεται η πλάση.
Αυτός με τον ιδρώτα του προσώπου του θα τρώει το ψωμί του.
Έτσι τίμια  θα μάθει και τα παιδιά του.                                                                           Λαμογιές ,πουστιές δεν θα κάνει!
Αυτός, καλύτερα  το έχει, να πεθάνει!                                                                             Θα έχεις σε κάποιον να εμπιστευτείς τον πόνο σου και το παράπονό σου…. Και για καλό δικό σου !...Μετά διάλεξε τον φιλότιμο.                                                               Αυτόν τον  κοίταξε, είχε πρόσωπο γελαστό, γλυκομίλητος και γρήγορο το βήμα.     Αυτός, αμέσως όταν του μίλαγες, άκουγε και πριν του ζητήσεις το κάτιτίς, αυτός από μόνος του καταλαβαίνει… Πάει και το φέρνει!... Χωρίς να σε προσβάλλει σε ρωτάει μήπως θέλεις κάτι που μπορεί να σου το κάνει; Να σου δώσει; Να σου φανεί χρήσιμος, με προθυμία να σε βοηθήσει... Χωρίς να βαρυγκομήσει!...  

Αυτός, είπε ο Νώε, έχει μέσα του και από λίγη αγάπη, θα βοηθήσει, θα γίνει ευτυχισμένη η πλάση!...                                                                                               Εφόσον θα γίνουν πολλοί οι φιλότιμοι!...
"Ο ένας κούκος μόνος του, την άνοιξη δε φέρνει..."                                                         Καλό ,είπε, είναι να μπει αυτός μέσα στο καράβι.                                                         Μετά άρχισε και διάλεγε από τα επαγγέλματα όλα, ανθρώπους που είχαν και λίγο πολύ και από τις άλλες αρετές.   

Διάλεξε και επιστήμονες, με ηθική  στη  γνώση!...                                                       Δάσκαλοι στους άλλους να γίνουνε, να διαδίδεται η γνώση, να διαχέεται, να μεγαλώνει η διευκόλυνση , για να λιγοστεύει  ο πόνος.                                                
Αυτοί να οδηγήσουνε την Επιστήμη!...
Να γίνει υπηρέτρια στον άνθρωπο και όχι να τον υποτάξει και να τον κάνει δούλο, στους άλλους τους ανθρώπους .                                                                                   Και αυτή, η επιστήμη, να δίνει απλόχερα τα αγαθά της!..                                               Ο άνθρωπος να είναι ελεύθερος, ηθικός, για να απολαμβάνει χαρούμενος της γης τα αγαθά… Τον πλούτο!..
Ας το μάθει ο άνθρωπος να κάνει και τούτο!...                                                                       
Στο τέλος άφησε να διαλέξει τους διανοητές, τους φιλοσόφους.                                   Εκεί λίγο μπερδεύτηκε, δεν ήξερε τι να κάνει…                                                             Να πάρει μέσα τους ρήτορες;
Μα αυτούς ποιος μπορεί σε τάξη να τους βάλει;                                                               Αν μέσα τους κρύβουν το  κάτιτίς;… Το ανήθικο;                                                           Αυτοί ,το άσπρο…  μαύρο, κάνουνε και το κόκκινο… γαλάζιο!!!.
Το ψέμα, για αλήθεια το παρουσιάζουνε! Και αυτό, για ηθικό, όταν στο δικαστήριο αγορεύουνε, το λένε πως είναι!...                                                                                   Αυτοί ακόμα και τον εγκληματία, αθώο ,άψογο, άμεμπτο,  στην κοινωνία τον βγάζουνε,  και με του  Κατή την βούλα!..
Δεν ήξερε τι να κάνει !
Μπερδεύτηκε!....
Ο Νώε, μπερδεύτηκε!... στο δίλημμα…
Το μήπως είναι χρήσιμοι και αυτοί, σε μεγάλη ανάγκη;
Προσευχήθηκε στο Θεό και Του ζήτησε τη συμβουλή Του, από μέσα από την ψυχή του…
Και ο Θεός του αποκρίθηκε και του είπε:
Νώε... "Το ήθος!... Το ήθος!... Την αρετή!... Την αρετή!... Διάλεξε….  και από λιγότερο … ας έχουν  όλα τα άλλα!.."
Οι διανοητές, οι φιλόσοφοι, κατά τεκμήριο, της λέξης είναι χρήσιμοι.                        Εάν επάξια την φέρουν!... 
Και  είναι, ο καθένας τους και όλοι τους, όνομα και πράγμα!...                                     Εφόσον έχουν μέσα τους φιλότιμο, λιγάκι…                                                                   Δεν είναι επίπλαστοι, να κοροϊδεύουν την πλάση!                                                         Και έχουν βαθιά τη  γνώση,  για το ποιός είναι ο προορισμό τους ;
Και ποιος ο σκοπός τους; 
Που ο σκοπός τους πρέπει να είναι, αυτός!...
Ο  Ένας: Να εξυψώσουν το πνεύμα  το ανθρώπινο, για να ενωθεί με το Θείο, με τις ουράνιες, υπέρτατες δυνάμεις!....                                                                                   Να είναι πνευματικοί ηγέτες στον άνθρωπο!...                                                               Στα αχνάρια τους, να περιπατούνε και  να τους ακολουθούνε!.. .                                   Να τους σέβονται οι άνθρωποι, χωρίς να τους φοβούνται….                                           Να ενθαρρύνονται από αυτούς, και να τους μάθουνε τον θάνατο να μη τον τρέμουνε, να μη τον φοβούνται…
Αλλά με θάρρος, με πραότητα, με καρτερία, να τον προσμένουνε και να τον καρτερούνε !..
Να εξηγήσουνε  στους ανθρώπους τα ουράνια φαινόμενα, της φύσης  τα  καμώματα, τους νόμους και τα αξιώματα!...                                                                                       Να συμβιβάσουν  τον άνθρωπο.
Τα επίγεια  με τα ουράνια  να συνυπάρχουν, αρμονικά  να ζούνε…                             Χωρίς να  φοβούνται  ο ένας από  τον άλλον!.                                                               Από τέτοιους…, διάλεξε όσους περισσότερους βρεις….                                                 Μην  πάρεις κανέναν από αυτούς που λένε πως είναι εκπρόσωποί μου και λένε πως είναι πιότερο, δικοί μου!... Κοντά μου
Η πλάση όλη κοντά μου είναι, σύμφωνα με τις εντολές μου, και οι εντολές μου είναι όλες για το συμφέρον σας, για εσάς τους ανθρώπους. Χωρίς τους φόβους..."Του μπαμπούλα..." Ελεύθεροι αρμονικά να ζείτε."

Μάζεψε ο Νώε από αυτούς πολλούς, από τους φωτισμένους ανθρώπους.                   Όλοι τους, σεμνοί φαινότανε!...
Μαζί τους ήταν και ένας  λεπτοκαμωμένος.                                                                     Είχε μουσάκι στρογγυλό και  ένα λεπτό μουστακάκι.                                                   Κρατούσε στο ένα χέρι του  περγαμηνές, στο άλλο  ένα ασημένιο κοντύλι.  Το μάτι του έπαιζε έξυπνα και είχε λεπτές και γρήγορες κουνιστές… κινήσεις .  Τον νόμισε πως είναι νέος γραμματιζούμενος και με καινούργιες ιδέες.
Αυτός, έξυπνα τον Νώε  ρώτησε, εάν του επιτρέπεται να έρθει μαζί μας, εάν δεν μας είναι μεγάλο βάρος και μόνο εάν μας προκαλεί ευχαρίστηση.                                       Τα λόγια του ήταν πρωτάκουστα, για τους τρόπους που είχε.
Καλός, είπε ο Νώε, φαίνεται  πως είναι και για αυτόν, δεν κουράστηκα καθόλου να τον βρω. Και του είπε, με μιας,  μπες μέσα!                                                                

Όταν τον έβαλε να καθίσει, τον ρώτησε, για να τον καταγράψει, ποιος είναι:
Και αυτός είπε το όνομά του:  Εγωιστής.                                                                     Μετά τον ρώτησε: Ποιες είναι οι αρετές σου;                                                                 Και αυτός  έξυπνα  στον Νώε  απάντησε και του είπε:                                                   Από ό,τι βλέπω έχεις πολλή δουλειά, μαζί θα είμαστε  σε όλο το ταξίδι, θα έχουμε καιρό, θα γνωριστούμε καλύτερα, μη σε κουράζω από τώρα με τις περγαμηνές  που έχω Και του κούνησε τα χαρτιά, στα χέρια που κρατούσε.                                           

Ο Νώε  πείστηκε και είπε: Καλός είναι αυτός, ας παραμείνει.                                       Και η πουστιά στην κιβωτό τρύπωσε !  και μπήκε!..                                                         Άιντε να φύγει!   Και η ζημιά, από  ό,τι φαίνεται, εγίνη!                                               Αυτός ο εγωιστής μετά σηκώθηκε,  βάζει το μαύρο το γυαλί του, πήγε από μόνος του κάθισε σε πολυθρόνα περιωπής και όλα  διακριτικά, διερευνητικά τα κοίταγε  και τα επιτηρούσε.                                                                                                                     Την επίβλεψη  από μόνος του ήταν έτοιμος στα χέρια του να πάρει. Λούμωξε, γιατί η πόρτα ήταν ανοικτή, μη τον  πάρουνε χαμπάρι.
Και έτσι φαίνεται πως έγινε η ζημιά ,ένα στα τρία ή ,καλύτερα, τα τρία κακά μαζί στο ένα !
"Ο Εγωισμός, η πουστιά και η αχαριστία".  

Εκεί, στρογγυλοκάθισαν μέχρι να βρουν,  να τους δοθεί η ευκαιρία !                           
Η κάθε μία  τους να δείξει την αξιοσύνη της!                                                                 Να κάνει την δουλειά της!...                                                                                             Ο  Νώε από την δουλειά  κουράστηκε, έπεσε λίγο να ξαποστάσει και μόλις κλείσανε τα μάτια του, αμέσως επάνω πετάχτηκε. 
Έριξε γύρω ,τριγύρω μια ματιά, μήπως τίποτα λείπει ,μη ξέχασε κάτι που έπρεπε   να  πάρει.
Οι ώρες τέλειωναν και έπρεπε να κλείσει η κιβωτός, όπως ο Θεός το είχε  ορίσει.       Τον βλέπει ο εγωιστής τον Νώε, που ήταν ανήσυχος, και του είπε:  Και εγώ από εδώ που κάθομαι όλα τα έχω επιτηρήσει, τίποτε δεν λείπει. Είμαστε έτοιμοι να σαλπάρουμε, η πόρτα μόνο πρέπει να κλείσει.
Την εντολή, εγώ θα την δώσω...
Πού είναι ο καπετάνιος, το ναυτικό ;                                                                         Αυτούς μόνο δεν βλέπω!                                                                                                   Ο Νώε σαν κάτι να ψυλλιάστηκε, αλλά σαν καλοκάγαθος που ήταν είπε : Δεν μπορεί, ο Θεός με είδε  πως κουράστηκα και τον έστειλε αυτόν,  στο τέλος να με βοηθήσει, μην πέσω κάτω και η δουλειά δεν πάει καλά , τώρα που κοντεύει να τελειώσει Καλό είναι και το δεύτερο το μάτι!                                                                                         
Καπεταναίοι και ναυτικοί, εδώ δεν υπάρχουνε, του είπε:
Εμείς είμαστε και καπετάνιος και ναυτικοί και λοστρόμοι.                                            
Ο ένας τον άλλον θα υπηρετούμε, όπου και όπως ο Θεός μας ορίζει.                         Από εδώ και στο εξής, νομίζω πως ο καθένας μας, υπηρέτης στον άλλον πρέπει να είναι και με τη θέλησή του, όλοι μας καλά για να περνάμε.
Ο εγωιστής κατάλαβε τη γκάφα του, φοβήθηκε μη τον καταλάβουν και είπε : Τότε εγώ να πάω την πόρτα να ασφαλίσω και  εσύ σαν μεγαλύτερος διάταξε την αναχώρηση, αφού εγώ τα επιτήρησα και είναι όλα εντάξει!                                            

Ο Νώε πάλι μπερδεύτηκε, την εντολή στον εγωιστή, του  δίνει και ο εγωιστής την πόρτα  μεασφάλεια  την κλείνει .
Αφήνει ανοικτό μόνο το φιλιστρίνι.                                                                                 Αμέσως μετά ο Νώε κατάλαβε το λάθος που είχε κάνει!
Είχε αφήσει για το τέλος ,καλά  να διαλέξει στην κιβωτό να βάλει, την Αγάπη, την Λογική και την Ειρήνη !.
Τρέχει γρήγορα με αγωνία και τις φωνάζει με δυνατή φωνή από το φιλιστρίνι.       

Αυτές μακριά ήσαντε και μόλις  άκουσαν την φωνή,  το κάλεσμα ,  αμέσως.
Έφτασαν όμως εκεί  λαχανιασμένες, κουρασμένες.                                                         Βρίσκουν, όμως, στην κιβωτό, τις πόρτες σφαλισμένες!.                                               Διπλά μανταλωμένες!...                                                                                                   Δεν μπορούσανε να τις ανοίξουν…                                                                                 Ρίχνει  ο Νώε ένα σχοινί από το φιλιστρίνι και οι τρείς να σκαρφαλώσουν!...               Καλεί, φωνάζει και τον εγωιστή να πάει για να τον βοηθήσει...
Και αυτός κάνει πως δεν ακούει!... 
Δε λέει να το κουνήσει!...
Η ώρα πέρναγε και ο Θεός άρχισε να βρέχει.
Και ο Νώε, κατά ιδρωμένος, αγκομαχώντας, μόνος του  ο καημένος, παλεύει, για να τα καταφέρει!..
Επάνω να τις φέρει!...                                                                                                       Τον βλέπει ο φιλότιμος να παιδεύεται, τρέχει του δίνει ένα χέρι.
Και αγκαλιασμένες,  κουρασμένες, μισοζωντανές από το φιλιστρίνι μαζί στην κιβωτό τις ανεβάζουν . Μέσα τις βάζουν!...                                                                                 Όταν μέσα μπήκανε, γύρω, τριγύρω τους, πολλοί μαζευτήκανε .
Από τους πρώτους και καμαρωτός επέβλεπε ο εγωιστής, με τα χέρια στη μέση, να ακούσει και να ιδεί ,το τι θα ειπούν; και τι θα κάνουν;...
Θα ζήσουν, θα μιλήσουν, η θα πεθάνουν;...
Στην άσχημη κατάσταση που οι τρείς τους είναι.                                                           Η πρώτη που μίλησε και ακούστηκε είπε αυτή την κουβέντα :                           Λογική!...αδέλφια, λογική!...
Και οι δυσκολίες θα ξεπεραστούνε!...
Δεν πρόφτασε να ειπεί κάτι περισσότερο,  πέφτει, λιποθυμάει…. και  βαριά ανασαίνει!...
Είπαν όλοι… πεθαίνει...
Έγινε αναστάτωση, φωνές, κακό και αντάρα…. Πανικός!                                             Οχλαγωγία, στα άνω κάτω , όλοι!...
Ομίλησε  και η δεύτερη η λεπτοκαμωμένη και μόνο μία λέξη ψιθύρισε και λέει: Αγάπη, αδέλφια, αγάπη!...  Και πέφτει και αυτή δίπλα στην άλλη,  με γερμένο το κεφάλι...
Αμέσως,  ήρθανε οι γιατροί, οι επιστήμονες σιμά της στο κεφάλι, να δώσουν τη γιατρειά τους.
Τότε επεμβαίνει ο εγωιστής και με κομπασμό λέει:
Για τη συμφορά που μας βρήκε, το κακό που θα γίνει,  ο Νώε φταίει και έχει μεγάλη ευθύνη!...                                                                                                                         Γιατί να τις φωνάξει αυτές;                                                                                             Να γίνει παραζάλη;                                                                                                         Εγώ καλά είχα κλεισμένες τις πόρτες!                                                                             Τι τις ήθελε και τις φώναζε; Για μπελάδες τις μάζεψε εδώ μέσα;                                   Καλά να πάθει , δε ρωτάει κανέναν,  κάνει του κεφαλιού του!
Δε ρώτησε, δε ρωτάει καθόλου εμένα να τον συμβουλεύω.
Εγώ εδώ είμαι!...
Αν έπαιρνε τη συμβουλή μου, δε θα τον έβρισκαν και δε θα μας έβρισκαν αυτές οι συμφορές τώρα! 
Και τέτοια ώρα!...                                                                                                             Όχι, όχι, αν ήταν   μόνο για αυτές , αυτές δικές του φίλες είναι, δε στενοχωριέμαι, δε νοιάζουμαι καθόλου!  Αλλά για την αναστάτωση που μας έκανε σε εμάς όλους τους άλλους, αυτό με πείραξε πολύ  και πρέπει ο Νώε να τιμωρηθεί και να πληρώσει!...     Καθόλου δε μας σεβάστηκε!    Κανέναν μας…                                                               Τότε ακούστηκε και τρίτη φωνή, λίγο δυνατότερη, αλλά πνιγμένη, να λέει:
Ειρήνη, αδέρφια! Ειρήνη!                                                                                               Δε φταίει σε τίποτα ο Νώε!                                                                                             Εμείς από μόνες μας θελήσαμε να μπούμε στο καράβι.                                               Έπεσε και αυτή και σωριάστηκε και αγκάλιασε την άλλη...
Την έπιασε παραζάλη!...                                                                                                 Έτσι παρόλα τα γιατροσόφια παραμένουνε μέχρι τώρα σε κωματώδη κατάσταση. Κανένας από τους ειδικούς δε μίλησε και δε μιλάει… δεν ξέρουν τι θα γίνει...               Ελπίζουν!...Ελπίζουν!...Ελπίζουν!...                                                                                

Ο καιρός δυνάμωνε την βροχή, και κάθε στιγμή που πέρναγε όλο και περισσότερο ρίχνει...Σαν καταρράχτης  βρέχει και βρέχει, βρέχει!                                                     Βρέχει, συνέχεια βρέχει τώρα δώδεκα ημέρες και ακούγεται τριγμός δυνατός   και όλοι τους φοβήθηκαν, περισσότερο όμως ο εγωιστής, που σαν το φύλο του πλάτανου, έτρεμε το φυλλοκάρδι του… Μη σπάσει το καράβι!                                                         Η κιβωτός, το καράβι, σηκώνεται, αρχίζει να επιπλέει. Κανένας μα ούτε ο Νώε δεν ξέρει πού πηγαίνει.                                                                                                           Και  τότε κάτι πήγε να ειπεί αυτός, να διαμαρτυρηθεί, στο Νώε.                                   Ο Νώε  την εντολή του δίνει, να πάει στο τιμόνι να κυβερνήσει το καράβι!                 

Σε απάγκιο  λιμάνι του λέει, να μας βγάλεις!                                                               Εσύ, του λέει, που όλα τα ξέρεις, εδώ τώρα θέλω την εξυπνάδα σου και την παλληκαριά σου, να δώσεις το πνεύμα σου, να δείξεις τα φωτερά σου ,που όλα λες ότι τα ξέρεις !
Του κόπηκε η ανάσα, μόνο τα μάτια του είχε ανοικτά,  λες και ήταν τζαμωμένα!.. Έμοιαζαν σαν πεθαμένα!..
Ο Νώε τον σίμωσε και τον σκούντησε να μη μείνει έτσι αποσβολωμένος. Σήκω, του είπε, γρήγορα και πήγαινε κλείσε και μαντάλωσε καλά το φιλιστρίνι.                           Γιατί περισσότερη βροχή ρίχνει!...   μη μπει μέσα και μας πνίξει  και εδώ που είμαστε, ή όλοι θα σωθούμε, ή όλοι θα πνιγούμε!
Πριν μπεις μέσα εσύ που όλα τα ξέρεις δεν έλεγξες;                                                       Για την ασφάλεια στο καράβι;                                                                                         Καθόλου δεν με ρώτησες !                                                                                             Εγώ, όπως ξέρεις, το έφτιαξα!                                                                                         Δ εν πιστεύω  τώρα για την κατασκευή να μου ρίξεις την ευθύνη;
Αν δεν είναι καλό,  όλοι τώρα θα πνιγούμε!                                                                   Κανένας μας, δεν θα σωθούμε!                                                                                         Τουλάχιστον εσένα δεν σε φώναξα  να έρθεις,  εσύ μας παρακάλεσες μαζί μας να ταξιδέψεις!    Μήπως σου ζητήσαμε τα έξοδα, τα ναύλα να πληρώσεις; …  Για να μας ζητάς !...  Και από τα ρέστα! .. Να  μου δώσεις;…                                                           Ας άνοιγες τα μάτια σου, σε τι καράβι μπήκες.                                                                 Καλύτερα άμα θέλεις και τώρα κατέβα από το φιλιστρίνι, τώρα που θα πας για να το κλείσεις, και άλλο καλύτερο καράβι διάλεξε και πάρε!..                                              Λέγε μου μόνο, αν πάρεις. Όταν πάρεις!  Ή πήρες τέτοια απόφαση;                               Να έρθω και εγώ μαζί για να το κλείσω!...
Σηκώθηκε ο εγωιστής  με σκυμμένο το κεφάλι, από φόβο και παραζάλη.                     Τα πόδια του τρεκλίζανε σαν να ήτανε μεθυσμένος.                                                        Ζυγώνει στο φιλιστρίνι και χωρίς καθόλου να σκεφτεί, κοιτάζει έξω μια ματιά και με ορμή το κλείνει...
Συμμαζεύτηκε και λούμωξε να ιδεί τι θα γίνει!                                                           Πού να πάει;… Και πού να φύγει;…                                                                               Η κιβωτός  έτριζε και σφύριζε στον αέρα.                                                                       Σαν καρυδότσουφλο  την πήγαινε,  στο πέρα δώθε.
Σε όλους είχε σφιχτεί η καρδιά τους, ξεκόλλησαν τα σωθικά τους!                                 Δεν ήξεραν πού πήγαιναν και για πού είναι ο προορισμός τους και πόσο θα αντέξει  η κιβωτός που όλοι τους το λέγανε καράβι;

Τα ζώα με αγωνία βέλαζαν και τα άλογα  χλιμιντρούσαν.                                           Τα πουλιά και τα όρνεα  τρομακτικά λαλούσαν!                                                             Μόνο ο Νώε ψύχραιμος, γιατί ήξερε και είχε τη γνώση, χωρίς φόβο όλα τα πλάσματα χάιδευε, τα πρόσεχε και τα καλολογούσε!                                                                     Μαζί με το σκύλο , το πιστό του  φιλαράκι και βοηθό του, που  χάιδευε τα πόδια του και  έγλειφε  το μέτωπό του!  
Αυτός που επίμονα γαύγιζε, όταν συνέβαινε το κάτι και έπρεπε και χρειαζότανε την άμεση επέμβαση του αφεντικού του!
Σαράντα ημέρες και νύχτες άστραφτε μπουμπούνιζε και  έβρεχε ασταμάτητα, όπως μας λένε, χωρίς τα σημάδια του ουρανού να φαίνονται!...                                                                                                                     Της μέρας  ο ήλιος, της νύκτας το φεγγάρι, ο αυγερινός, η πούλια και η   αλετροπόδα! Δεν ξέρανε οι άλλοι το πού βρισκόντουσαν  και τι να κάνουν τώρα;...
Τις πρώτες ημέρες  νόμιζαν πως ήταν βροχή, θε να περάσει  η μπόρα!
Σε μια στιγμή ένα γκαπ- γκουπ ακούστηκε  και ταρακούνησε την κιβωτό, το καράβι. Όλοι τους τα  χρειάστηκαν, σάστισαν, μεγάλο φόβο πήραν και το καράβι σαν έκανε δύο, τρεις φορές το πέρα  δώθε και κουνιότανε σαν σε τραμπάλα,  μετά σταθεροποιήθηκε, σε μια διχάλα!...
Και δεν κουνιότανε καθόλου!
Όλοι τους κοίταγε ο ένας τον άλλον και δεν πίστευαν πως ζωντανοί είναι!
Μόνο ο Νώε σίμωσε να ιδεί από το φιλιστρίνι.
Και μια αχτίδα του Ήλιου  που φάνηκε,  μεγάλη ελπίδα του δίνει….                           Είδε πως είχαν σφηνωθεί ανάμεσα σε δύο λιθάρια, που οι μύτες τους προεξείχαν και μία μύτη ήτανε δίπλα κοντά στο φιλιστρίνι,  που ελεύθερο το αφήνει!...                       Παντού, γύρω  τριγύρω νερά , τα κύματα με τον αέρα βουνά σηκώνουν και ό,τι βρίσκουν στο πέρασμά τους  όλα τα σαρώνουν!
Σε τρία ημερόνυχτα άρχιζαν τα  κύματα να ηρεμούν,  τους πέρασε ο θυμός, τους έφυγε η μανία…..
Ήρθε γαλήνη!...
Τότε ο Νώε το αποφάσισε να ανοίξει το φιλιστρίνι να ιδεί έξω τι έχει γίνει;                 Κοιτάει δεξιά, κοιτάει ζερβά, κοιτάει και εμπρός του.                                                     Βάζει και τη φαρδιά παλάμη του στο κούτελο του, καλά για να αγναντέψει, τίποτα να μη του ξεφύγει, και για να αγναντέψει όσο πιο πολύ μακριά μπορούσε.    Όσο μπορούσε  πιο αλάργα!.... Παντού νερά και λασπουριά, ερμιά… χάος επικρατούσε!... Και διά να το επιβεβαιώσει, το μήπως πιο πέρα από όσο έβλεπε ήταν η κατάσταση καλύτερη ,πιάνει και αμολά να φύγει μια νηστική καρακάξα, ένας κόρακας, να πάει να βρει να φάει, και πίσω χορτάτη, χορτάτος για να γυρίσει.                                           

Το πετούμενο, μόλις  ελεύθερο το αφήνει,  σαν κάτι να καταλάβαινε, δεν ήθελε να φύγει. Τον ξελαχιούρισε ο Νώε τον κόρακα, το πετούμενο, για να πετάξει,  για να κάνει  πέρα.                                                                                                                       Εκείνο με το ζόρι άνοιξε τα φτερά του, για να φύγει, να φτερουγήσει, σαν κάτι περισσότερο διαισθανότανε, δεν ήθελε να ξεκολλήσει… με τα πολλά έκανε πέρα, επέταξε και πήγε πολύ μακριά, δεν το έβλεπε το μάτι του Νώε…                                   Άργησε  το πετούμενο   να έρθει και ο Νώε είπε:                                                           Θα βρήκε αρκετό φαί…, θα έκατσε να φάει.                                                                   Σε λίγο νάτο και φάνηκε από μακριά να έρχεται, με πέταγμα ξεψυχισμένο . Και μόλις έφτασε,  πήγε και κάθισε επάνω στο κατάρτι, κατακουρασμένο.                                     Γύρω τριγύρω κοίταγε με ανήσυχο το βλέμμα και μία σκέψη είχε στο νου του, στο μυαλό του,  ο  κόρακας να την  δουλέψει!...                                                                   Να μείνει έξω  από την κιβωτό για να έχει την ελευθερία του , μαζί και την νηστικομάρα;  
Ή μήπως κάνει κουταμάρα;
Και τον βρει η σουβάλα;...
Δεν ξέρει ακόμα για πόσο!...                                                                                           Ή να γυρίσει να μπει  μέσα στην κιβωτό, να φάει και αυτός μαζί με  τα πουλιά τα άλλα;   Από την περιποίηση του Νώε;
Επήρε τη  μεγάλη απόφαση να πάει πάλι, να επιτηρήσει!                                               Και αν τα βρει πάλι σκούρα, δύσκολα, πίσω αμέσως να γυρίσει!                                     Τώρα θα ανέβαινε ψηλά, πολύ ψηλά, όσο ψηλά μπορούσε!..                                           Και από εκεί θα έβλεπε καλά, καλά θα επιτηρούσε, αν υπάρχει στεριά να πάει, να ακουμπήσει,  να κατοικίσει.                                                                                         Πίσω να μη γυρίσει….                                                                                                     Κύκλους , κύκλους έκανε…, στον ουρανό χάθηκε!                                                         Σε λίγο σαν βολίδα έφτασε και κάθισε στην άκρη στο φιλιστρίνι, το ράμφος του κουνάει, το στόμα του ανοίγει.
Ο Νώε αμέσως κατάλαβε πως από την κούραση και την πείνα ήταν ξελιγωμένο…     Του φέρνει νερό και πίνει. Και για στυλωτικό,…  κεχρί του δίνει .                               Τότε ο Νώε κατάλαβε πως έγινε  η καταστροφή η μεγάλη!                                           Και στεριά καθόλου, πουθενά  δεν εφάνη !                                                                 Μετά από λίγες ημέρες, όπως λένε εκείνοι που γράψανε τις γραφές, και εμείς μαζί με αυτούς λέμε πως πάμε, άνοιξε ο Νώε και κοίταξε και είδε: Γύρω τριγύρω του, βράχια γλειμμένα από το νερό  και κάπου κάπου μακρύτερα του φάνηκε πως βλέπει και χώμα!
Αμόλησε πάλι να φύγει τον ίδιο κόρακα  νηστικό, την ίδια καρακάξα, να πάει να δει, να φάει  ψοφίμια αρκετά, να χορτάσει και να γυρίσει, να φέρει τα μαντάτα.                 Ο κόρακας- η καρακάξα, τούτη τη φορά βιαστικός έφυγε, βρήκε ψοφίμια αρκετά και έτρωγε.
Ξέχασε, έμεινε στην καλοπέραση και πού να γυρίσει!                                              

Τότε  κατάλαβε ο Νώε, πως τα νερά κατέβηκαν πολύ, δεν ήξερε το πόσο… Απεφάσισε και έστειλε το γρήγορο, το άσπρο, το λευκό, το ταχυδρομικό περιστέρι. Αυτό γρήγορα  πήγε και γύρισε με φύλλο ελιάς στο στόμα!
Αυτή τη στιγμή για λίγο ξύπνησε από το λήθαργο η μία από τις τρείς τις κοπελιές και είπε αυτή τη φράση:
Ειρήνη  επικρατεί σε όλη τη γη, σε όλη την πλάση!                                                         Ο Νώε τότε νόησε πως τα νερά υποχώρησαν και άφησαν ελεύθερο το ευλογημένο χώμα!..
Τότε άνοιξε τη μπουκαπόρτα και έριξε στο ρυάκι που δίπλα τρέχει, των ποταμών, της θάλασσας τα ψάρια, στον τόπο που τους όριζε ο Θεός από την φύση τους να πάνε.       Και εκεί την προκοπή τους να κάνουνε, κατά το φυσικό τους.                                     Στον τόπο τον δικό τους!...                                                                                               Μετά αφήνει και σκορπά, ψιλούς, λεπτούς και ανάλαφρους τους σπόρους, στον άνεμο που εκείνη τη στιγμή δυνατά φυσούσε και ψιλόβρεχε, σε κατάλληλο χώμα  να πάνε να χωθούνε, να βλαστήσουν, να ανθήσουν και να καρποφορήσουν….                         Μετά άφησε τα ερπετά, να πάνε να βρούνε μέρος ασφαλές, για να κρυφτούνε!             Έβγαινε ο Ήλιος ανάλαφρος, ανάμεσα  στα σύννεφα, στο θόλο του Ουρανού  χόρευε , με τη Βροχή έπαιζε, τη χάιδευε, γέλαγε και ερωτοτροπούσε!                                       Τη γόνιμη σταλαγματιά που είχε μέσα της, τη διέταζε στη Γη να ρίξει! …                   Αν  τον ήθελε!....Αυτός…    Για να ξαναγυρίσει!…..                                                   Έπαιζε, και αυτός μαζί της, το ερωτικό κρυφτούλι!
Για να ευχαριστιώνται ούλοι!…                                                                                        Έπειτα, ελευθέρωσε όλα τα πετούμενα του ουρανού,  τα πουλιά χαρούμενα να πετούνε και να κελαηδούνε και με το λάλημά τους και το κελάηδημά τους, να χαίρεται όλη η φύση!                                                                                                       

Μετά, μόλις είδε πως η Γη  βλάστησε, χλωράκιασε, και χλόισε η φύση, αμόλησε της Γης τα ζώα, αρμονικά, μαζί, φυτά και ζώα να ζούνε…
Βγήκε ο Ήλιος πιο  λαμπερός, ο άρχοντας της ημέρας, και ζέστανε τη γόνιμη σταλαγματιά της Βροχής, που στη Γη ρίχθηκε,  για να ξεπεταχτούν από τα σωθικά της,  όλοι της Γης οι σπόροι!                                                                                        

 Ό,τι είχε απομείνει από την καταστροφή στην πλάση, από σπόρους, φυτά, και δέντρα. Και από αυτούς που έριξε ο Νώε,  για να ανθήσουν και να καρποφορήσουν!...               Ο Νώε τότε  κατέβηκε από την κιβωτό με τις τρεις βεργούλες από το κλήμα στο χέρι. Όπως ο Θεός του όρισε και στο αυτί του είπε!                                                                 Σκάβει λίγο  στη ρίζα του βράχου με το χέρι του, πιάνει και τις φυτεύει. 
Σε μερικές ημέρες οι βεργούλες βλάστησαν και έδειξαν τα πρώτα  τους τα φύλλα μαζί με τα  σταφύλια και τότε από χαρά γεμάτος αναφώνησε!...
"Ω!.... Άμπελος  ευκληματούσα, που ο καρπός σου της καρδιάς τον κόπο και τον ιδρώτα ευφραίνει!"
Τον είδε και ευχαριστήθηκε, τον πρώτο κόπο των χεριών του, και είπε:
Η νέα πλάση θα είναι καλύτερη και θα προκόψει σαν και τούτο το αμπέλι…
"Την άμπελο την ευκληματούσα!... "                                                                 Συγκινήθηκε και από χαρά τα δάκρυά του βρύση πάνε, και τη  συγκίνηση της χαράς του στο αμπέλι μεταδίνει και αυτό από  τότε πολύ δακρύζει, από τη  χαρά του την μεγάλη  που έχει στα ματάκια του,   την Άνοιξη,  στην αρχή του Μάρτη μήνα στο κλάδεμα!...  που ανθίζει!.....                                                                                             

Σιγά σιγά αρχίζουν τα δέντρα  να καρποφορούν , τροφή  στους ανθρώπους να δίνουν!..
Ο Νώε τότε είπε σε όλους τους ανθρώπους:                                                                   Τα τρόφιμα στην κιβωτό που  είχα μαζεμένα τελειώνουνε.
Η  Φύση   νέα φρούτα βγάζει, πρέπει να εξαπλωθούμε να την καλλιεργήσουμε και να απολαύσουμε τους καρπούς της.                                                                                    
Ανθρώπους ηθικούς με αρετές να γεννήσουμε, τη Γη να κυριεύσουνε, να την καλλιεργούνε.
Στη Γη ειρηνικά να ζούνε!…
Οι αμαρτίες μας τώρα με το νερό ξεπλυθήκανε… νομίζω τέτοια  ελαττώματα τώρα πια σε εμάς δεν υπάρχουνε!   Μα  ούτε και  θα ξαναγεννηθούνε!                                     Πηγαίνετε διαλέξετε το ταίρι σας, να στήσετε το κονάκι σας, να κάνετε το κορωνιό σας.                                                                                                                         Σηκώθηκαν σαν σε θαύμα και από το  λήθαργο τα τρία πανέμορφα κορίτσια και η κάθε μία τους ευγενικά συμβουλεύει τους άλλους. Σαν θα χωριστούνε…                     

Από κάτι χρήσιμο από αυτές να πάρουνε, για όλους , και σε άλλους να το ειπούνε!     Λογική, αδέλφια, σαν  θα έχουμε, καλά όλοι μας θα ζούμε .                                      Ποτέ να μη θέλουμε με τη θέλησή μας να κάνουμε το κακό…, ό,τι δε θέλουμε να μας το κάνει σε εμάς ο άλλος.
Τότε θα έχουμε όλοι μας λογική και όλοι  μας καλά, χαρούμενα θα περνάμε, ειρηνικά θα ζούμε…
Αυτά είπε και σταμάτησε και όλοι την θαυμάζουνε με τα λεγόμενά της.
Μετά το λόγο τον πήρε η μικρόσωμη η λεπτοκαμωμένη και με γλυκιά ήρεμη φωνή τους είπε: "Αγάπη, αδέλφια, αγάπη! "
Πρέπει να αγαπάμε ό ένας τον άλλον, ωσάν τον εαυτόν μας, στον πόνο του και στην ανάγκη του να προστρέχουμε, απρόσκλητα, χωρίς να μας το ζητήσει!..                           Μόνο σε χαρές, πρέπει να καλεί ο ένας ,τον άλλον…                                                       Από τον πόνο και τη δυστυχία του άλλου από μόνοι μας να παίρνουμε, να κλέβουμε,  από όσο περισσότερο μπορούμε, χωρίς να του το ειπούμε!                                             Χωρίς να μας παίρνουνε χαμπάρι !
Αυτό κρυφά να το έχουμε και καμάρι!..
Και  να μην παίρνουμε την άδεια κανενός!                                                                       Εκεί, σε αυτό μόνο να κάνουμε την αυθαιρεσία!
Και την παρανομία!
Όταν ο πόνος, η δυστυχία, η ανέχεια και η ανάγκη του ενός μοιράζεται  σε πολλούς, πολύ μικραίνει  και η χαρά του ενός, που μοιράζεται σε πολλούς, περισσότερο μεγαλώνει, και θεριεύει!
Όλοι μας, εύχομαι, χαρές να έχουμε, από τις χαρές να μοιράζουμε, να χαίρεται και να γελάει πάντοτε όλη η πλάση !                                                                                         Αυτά είπε και χαμογελαστή εκάθησε στην  άκρη!                                                          

Στο τέλος το λόγο πήρε η μεγαλύτερη και είπε σταράτες, καθαρές κουβέντες:
"Ειρήνη ,αδέλφια, ειρήνη!" Για να προκόψει η πλάση!
Επειδή είμαστε άνθρωποι, δε φτάσαμε ακόμα στο Θείο.. .                                             Το τέλειο τώρα προσπαθούμε να κάνουμε, να επικρατήσει η ειρήνη, να γίνει όλη η Γη απέραντος παράδεισος, όπως ο Θεός ορίζει!
Να ενωθούν τα επίγεια με τις επουράνιες δυνάμεις.                                              
Ίσως υπάρξουνε διαφορές!
Και ο  καθένας μας το δίκιο με το μέρος του να λέει,  να νομίζει πως είναι!
Και ο άλλος, το ίδιο να λέγει!
Και λέει:
Οι διαφορές πρέπει να επιλύονται ,με τη λογική και με την αγάπη.
Να παίρνει και να έρχεται ό ένας στη θέση του αλλουνού και τότε να δικάζει και ό,τι νομίζει πως είναι το δίκιο  για τον άλλονε, εάν ο άλλος δεν το δέχεται αυτό, δεν το θέλει,  αυτός που δικάζει[ μοιράζει] για τον εαυτόν του να το παίρνει!                         Και τότε το δίκιο θα έρχεται από μόνο του στη θέση του.                                               Εκεί που πρέπει, όπου και όπως πρέπει!                                                                         Και έτσι σαν θα τα  κάνουμε, και αποφασίζουμε με τη λογική, θα  έχει ο κόσμος παντοτινή αγάπη, ειρήνη και προκοπή…  μεγάλη! Σε αυτό, νομίζω, κανένας δεν αμφιβάλλει!   Ευχάριστα ο καθένας μας, μαζί με τους άλλους, θα απολαμβάνουμε χαρούμενοι τους κόπους  μας.  Η κούραση και ο κόπος θα μικραίνει και η χαρά θα μεγαλώνει.  Θα φτάσει στα ουράνια!
Πιασμένες χέρι  χέρι  και οι τρεις κατέβηκαν από την κιβωτό και κάθισαν στην ψηλή την πέτρα, τη μεγάλη, το κοτρώνι  και αγνάντευαν τη φύση, περιμένοντας να βρουν, για  να έρθει το ταίρι τους, να τις ζητήσει. Την ερωτική  την πρότασή του να τους κάνει!
Από τη σωφροσύνη τους , από τις αρετές τους  και τη σοβαρότητά τους ελκυστικές πολύ δεν ήσαν...
Τα λόγια τους ήσαν καλά, ενάρετα, τίμια, ηθικά, μα θέλανε πολλή δουλειά ,ποτάμι ιδρώτα, για να γίνουνε στην πράξη!                                                                                 Έτσι, αυτά και αυτές, παρέμεναν στα αζήτητα από τους τό άντρες!                                 Και αυτές πήγαν και ζευγάρωσαν με άντρες, τους γέρους φιλοσόφους.                         Και ευτυχώς γεννήσανε από δύο, τρία  καλά παιδιά η κάθε μία τους!  
Με αρετές μεγάλες! Και δε χάθηκε  η ελπίδα!
Έτσι με την ευπάθειά τους και τα προβλήματά τους, υποτονικά  κάθονταν και οι τρεις τους και κάπου κάπου είχαν και έχουν πνευματικές αναλαμπές…, εξάρσεις...               Σωστά και πειστικά ορμήνευαν και έδιναν ανάσα.., ελπίδα…  σε όλο τον κόσμο!         Μαζί με τις μεγάλες αρετές, τις καλοσύνες τους και τα χαρίσματά τους μετέδωσαν και στα παιδιά τους, από το ασθενικό, το γέρικο το σπέρμα, και τα ελαττώματά τους… Τα επίκτητα.
Και οι καλοσύνες, οι αρετές, πολλές φορές σε αδράνεια και κώμα πέφτουν.                   Δεν παίρνουν χαμπάρι τι γίνεται στον κόσμο…
Ότι ο κόσμος ξεφεύγει από τις αρετές, το ήθος του…
Για να τον συνεφέρουν!                                                                                                   Και γιατρειά, όπως φαίνεται, δεν παίρνουν!
Κουβαλάνε την αρρώστια την προγονική και, όπως φαίνεται, έτσι θα πορεύεται η πλάση, με τις αναλαμπές της!  Το καλό και το κακό θα εναλλάσσεται , της χαράς τη θέση η λύπη,  η συμφορά θα παίρνει!                                                                           Μέχρι το πότε;                                                                                                             Κανείς δεν ξέρει!..
Ο εγωιστής, ο αχάριστος, όταν σαν καλά κατάλαβε και σιγουρεύτηκε, ότι ησύχασε η φύση, η πλάση και η ζωή, από εδώ και πέρα συνεχίζει!                                                   Η πονηριά του ξύπνησε.. Και όλα τα υπολογίζει.                                                           Για τον εαυτούλη του  φροντίζει.                                                                                   Πώς αυτός θα καλοπεράσει;  Σε βάρος όλης της πλάσης!                                               Εκάθησε και σκέφθηκε και απεφάσισε με τον Νώε να συμπεθεριάσει .
Να  κατοικίσει, να κονακέψει για όσο αυτός το κρίνει,  σαν αφέντης μέσα στην κιβωτό!
Nα διαφεντέψει! Να τρώει, να πίνει!
Και λογαριασμό σε κανέναν  να  μη δίνει!                                                                     Τώρα πού να ταλαιπωρείται να φτιάξει άλλη καλύβα;                                                 Καλή είναι  και η έτοιμη…  που την έχει φτιάξει ο άλλος!                                             Πονηρός όπως ήτανε και λίγο εξυπνούλης, τη μικρότερη εγγονή του Νώε λιμπίστηκε, που ήτανε κουνιστή, με λίγο μυαλό, πεταχτή,   στο πονηρούτσικο τσαχπίνα , έδειχνε πως ήτανε και λίγο τεμπέλα. Τη λέγανε, γαργαλιάρα!                                                      Της άρεσε ο εγωιστής, να τρώνε το ψωμί μαζί και οι δύο τους, ανίδρωτο, σελέμικο, χαράμι! Και να παίζουν το κρυφτούλη!...
Και έτσι να περάσει η ζωή τους ούλη…                                                                         Ζευγάρωσαν όπως όλα τα πλάσματα της φύσης  και χάρισαν στο Νώε, τον παππού, πολλά δισέγγονα.
Το ένα όμως, το μικρότερο,  με το όνομά του,  που ήτανε και η μεγάλη χαρά του,  τα είχε πάρει όλα τα χούγια, τα τσάπια, και από τους δύο τους δικούς του. Και τίποτα, μα τίποτα  από τις αρετές, τις καλοσύνες δεν πήρε από του παππού του.                                                                                                           

Ο Νώε δούλευε, δούλευε πολύ για να τους αναθρέψει, περισσότερο από πρώτα. Τότε προφήτευσε και είπε:                                                                              
Τίποτα δε χάνεται και, όπως μού φαίνεται, η μόλεψη  κοντά ήρθε πάλι…, άντε τώρα να την βγάλεις... Δεν ξεπλύθηκε με τη βροχή, τώρα σαράντα ημέρες !                               Και γι’ αυτό το κατάντημα, εγώ τώρα εξ ολοκλήρου φταίω…                  
Ενώ τότε το ψυλλιάστηκα, δεν πήρα τις προφυλάξεις...                                 
Τις σκληρές τις αποφάσεις …                                                                                  
Νόμισα πως  δεν  ήτανε  το τίποτα, ότι μικρή είναι είπα, θα περάσει. …                         Θα την έφερνα με συμβουλές σε λογαριασμό, σε τάξη!  
Τώρα νομίζω ότι γρήγορα θα ξεφύγει…                                                                           Αχ! Το χούι, το χούι! Και πώς να το δαμάσεις;                                                               Αχ…! "Πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά φεύγει το χούι"                                            
Αχ το χούι…! Τη μόλεψη...! Το πώς να την ξεπαστρέψεις;                          
Να την περάσεις;  Να την χάσεις…                                                                                   Και αν έχει γίνει μεγάλη ζημιά, πρέπει να περάσουν δύο και τρεις γενιές! Να έρθουν τα πράγματα στα συγκαλά τους…                                                                                    
Ο ουρανός συννέφιασε και άρχισε να βρέχει…  βρέχει…  βρέχει!                             Το χώμα με αγαλλίαση δέχεται τη βροχή ,ο ήλιος πάει να βασιλέψει και χαϊδεύει με τις αχτίνες του τα πλάσματα της φύσης…, δέντρα ,φυτά και ζώα!                                                                                                                                  
Ο Νώε κοιτά τη δύση του Ήλιου, για να τον αποχαιρετήσει.                                           Και τι να ιδεί;                                                                                                                Βλέπει στον ουρανό ένα πολύχρωμο ζωνάρι,  που έζωνε το θόλο του ουρανού, με τις βουνοκορφές,  πλαγιές, βουνά, λόγγους, και καταρράχια, που τέτοιο σημάδι στη ζήση του δεν είχε ιδεί ούτε ποτέ γνωρίσει!                                                                                                                      
Ο  Φόβος τον κυρίευσε, δεν ήξερε τι να κάνει…                                                           Θεέ μου, έχεις κάνει βούληση, έβαλες βουλή όλους να μας ξεκάνεις;                                                                                            
Αν έχεις πάρει τέτοια απόφαση!                                                                   Γεννηθήτω το θέλημά σου στα πλάσματα τα δικά σου!                                                   Και τότε, στον ύπνο του, του παρήγγειλε ο Θεός:                                               
Όχι, Νώε. Αυτό είναι: "Τ ο  Ο υ ρ ά ν ι ο   τ ό ξ ο!.."  >>.                                               Το σύμβολο της ειρήνης, που συμβιβάζεται ο Ουρανός  με της Γης τις πράξεις!    
Αυτό είναι το φλάμπουρο της λογικής, σημάδι ανακωχής, για να επικρατήσει στη Γη λογική, πραότητα, αγάπη, ειρήνη.   
Να δείξει και η Γη  την ευσπλαχνία της, την αγάπη της, τη δύναμή της, την προκοπή της, την αξιοσύνη της… και να καρποφορήσει…                                                           Η πλάση να ευημερήσει!                                                                                               Σαν  βλέπετε  εσείς οι άνθρωποι  τέτοιο σημάδι  στον ουρανό, αυτό το ουράνιο τόξο, να μάθετε,  να ξέρετε  πως τα έντονα, τα ζωηρά  τα καιρικά φαινόμενα,  σε λίγο θα κοπάσουν, θα ηρεμήσουν, τελείως θα σταματήσουν. Τότε, με ασφάλεια και σιγουριά να πηγαίνετε στις δουλειές σας…!                                                                                       Για την άλλη την καταστροφή, εάν και  όποτε εσείς τη χρειαστείτε, εγώ δεν τη θέλω. Εάν εσείς όμως τη θέλετε και την επιθυμείτε και διακαώς την επιζητείτε…. Εγώ ας μην κουράζομαι, λέγει ο Θεός!                                                                            
Θα εκλέξετε εσείς ελεύθερα τους αρχηγούς σας, τις κυβερνήσεις σας, κατά, έτσι, εκεί όπου, όπως σας αξίζει και σας πρέπει, εκεί εκείνοι να σας οδηγήσουν…!                     Και αν διαλέξατε και διαλέγετε τους άριστους,  τους ενάρετους,  τους ηθικούς, δε μπορεί, δε γίνεται πολύ  για να χαλάσουν.                                                              
Καλά θα σας οδηγήσουν.                                                                                               Και αν διαλέξετε τους καλούς, καλούτσικα θα τα πάτε.
Και αν πάλι διαλέξατε και  διαλέγετε τους πονηρούς, τους ανήθικους, τους φαύλους, τους διεφθαρμένους…                                                                                                   Τότε και μόνο τότε! Το τι καλό περιμένετε;                                                                   Τον πρώτο χρόνο θα χαίρεστε, τον δεύτερο θα κλαίτε…!                                                 Στη διαφθορά, στο βούρκο θα χαθείτε...
Από όλα έχει ο μπαξές,  διαλέγεις και παίρνεις…!                                                 Ενάρετοι , τίμιοι, εργατικοί, φιλότιμοι, λογικοί, φιλόσοφοι, άνθρωποι της τέχνης, της επιστήμης υπάρχουν!                                                                                            

Την εντολή σου έδωσα και διάλεξε, ας διαλεχτούν από εσάς  οι άριστοι στο ήθος, να οδηγήσουνε  τους άλλους!   Το παράπονο μην έχετε, ότι σας φταίνε οι άλλοι  για τη συμφορά σας…..  Εάν ποτέ σας βρει…!                                                                         Κατά το λαό και ο αρχηγός του…!                                                                                 Κατά το κοπάδι και το γκεσέμι του…!Kαι το κυπρί που φέρει…                                Και εάν ο  Τ σ έ λ ι γ κ α ς  είναι αχαμνός ,είναι αχαμνή η στάνη...!
Δεν έχει δικό του, της, το γκεσέμι  και δανεικό τραγί γυρεύει… για να…προκόψει!      Και τότε, οι άλλοι, οι τριγύρω του, του λένε:
Τον Αύγουστο το μήνα…! Που η στάνη ζητά το κάτιτίς της… ,τη γονιμότητά της…      
" Όποιος μπορεί   μπορεί, και όποιος δεν μπορεί…  κοιτάει τους άλλους που μπορούνε!..."                                                                                                                 Και  αυτός, ο τσέλιγκας, κάθεται….  βαράει τον… ταμπουρά του…!
Και τι τραγούδι  λέει… ;  
 Όποιος το βρει…,  να είναι χάρισμά του…!      
Να χαίρεται  με την καρδιά του!...                                                                       
Ο  Νώε, ο μικρός, μεγάλωνε, και έπαιρνε από όλους μόνο όλα τα κακά, τα τσάπια, τα χούγια,  δεν έμοιασε στο τίποτα στον παππού του!  
Έγινε ανήθικος, καταφερτζής, δολοπλόκος, διεφθαρμένος , φαύλος, τεμπέλης, καλοφαγάς , σελέμης...                                                                         

Την προκοπή του ξένου ιδρώτα ζήλευε, την ήθελε για δική του!                                     Δολίως ο  δολοπλόκος στα δικαστήρια πήγαινε και τη διεκδικούσε και έλεγε: Ό,τι είναι το προϊόν της προκοπής του άλλου, δική του ιδέα πως είναι…!  Ήτανε αυτή η ίδια  που αυτός είχε στο μυαλό του…!                                                                                         Και το μυαλό του το διάβασε  ο άλλος και του το πήρε και του έκλεψε μέσα από το κεφάλι του την ιδέα  που ήθελε αυτός, πράξη  για να την κάνει!                                     Και  αυτόν, τον άλλον,  κλέφτη  τον αποκαλούσε και τον κατηγορούσε!                         Στα δικαστήρια  με τα τερτίπια του νόμου  τον κυνηγούσε.                                
Το κάτιτίς,  αδούλευτο, σελέμικο  να πάρει διεκδικούσε!                                               Οι άλλοι που  τους έμπλεκε σε αυτές τις περιπέτειες ,για να  τις αποφύγουνε, να τον ξεφορτωθούνε, να ησυχάσουνε, να πάνε στις δουλειές τους, το συμβιβασμό γυρεύανε,  του δίνανε από  το κάτιτίς παραπάνω .                                                                             Και έτσι αυτός καλόμαθε!                                                                                             Και έκανε και  έγινε   και το άλλο!                                                                               Εκεί που τους χρώσταγε,  τους έπαιρνε και το βόδι και τους άφηνε ανόργωτο, χέρσο το χωράφι.  Η διαφθορά, η πλεονεξία μεγάλωνε,  έφτασε στην αχαριστία…!                  
Και πήρε πια φόρα μεγάλη…! Kαι ποιος τη σταματάει;                                                   Με τίποτα  δεν κρατιέται , γίνεται ασύδοτη και σύνορα… δε βάζει!                                 Και τον παππού του ακόμα τον Νώε, που αυτός, όταν εκείνος ήταν μικρός τον αγάπαγε, και τον αγαπάει,  και  χάρισμα του τα έδωσε από τώρα, αυτά που  του είχε αφήσει για κληρονομιά, την κιβωτό με το αμπέλι…να τι του έκανε, για να τον ευχαριστήσει…!       Μόλις καλά καλά κατάλαβε,  ο αχάριστος … ,και σιγουρεύτηκε πως πολύ καλά  έχει δεμένο  το γάιδαρο του,  έξω το τσόλι, το τσούλι, το στρωσίδι του παππού το  πετάει. Και μέσα πια ο παππούς ο Νώε δε χωράει!                                                                     Τον πέταξε έξω,  μαζί με την παλιά  την  ψάθα.
Δε  χωράς εδώ μέσα, του είπε:                                                                                         Η οικογένεια τώρα μεγάλωσε, αλλού να πας να βρεις να κονακέψεις  και τίποτα άλλο να μη γυρέψεις!                                                                      


Εμπήκε ο Νώε, ο γέροντας, μέσα στην κιβωτό, σε  εκείνο το καράβι και πήρε την κόφα  με τα απαλλαξίδια του, και λέει στον δισέγγονό του:                                                       -Λίγο ψωμί, παιδάκι μου ,μου δίνεις;                                                                               Νομίζω πως το δικαιούμαι, από τη δούλεψή μου είναι. Και σήμερα στο αμπέλι δούλεψα μέχρι να γύρει ο ήλιος!                                                                                     
Εάν το δικαιούμαι, μου δίνεις από λίγο ψωμί!  Nα πάρω. .
Ψωμάκι! Λίγο, μίας ημέρας!                                                                                             -Εκεί είναι του λέει: Πάρε…. Να μη το πάρεις όλο…                                                        Πιάνει ο γέρο Νώε, παίρνει την  κόφα, τη ζαλώθηκε στην πλάτη του και από τη δούλεψή του παίρνει λίγο ψωμάκι, το ρίχνει στο δισάκι του και τραβά ζαλωμένος στα ίσια!    

Και κούτσα  κούτσα, παίρνει το μονοπάτι…
Το μονοπάτι τον έβγαλε σε ένα μεγάλο πλάτανο, σε κρύα βρύση!                                   Κοιτάζει τον γέρο πλάτανο και βλέπει  πως του μοιάζει...                             

Μούσκλια πολλά είχε στην πλάτη του,  σκασίλες, ανοίγματα, σκασιματιές στον κορμό του και ρόζους στα κλαδιά του.                                                                                     Πολλά μαζί θα ειπούνε! Και άλλα τόσα… έχουνε να θυμηθούνε!                                     Βλέπει ακόμα  πως έχει στο σώμα του, στα σωθικά του, μεγάλη κουφάλα!                     Εκεί μέσα θα στρώσω την ψάθα μου, το τσόλι μου , να κοιμηθώ, θα βάλω την κόφα με τα απαλλαξίδια μου, στο άνοιγμα θα κρεμάσω το δισάκι μου, καλά είναι, με φτάνει.       Το νεράκι τρέχει  εκεί, δίπλα μου και από φαγητό… θα ιδούμε τι θα γίνει… Έχει ο Θεός, κανένα δεν αφήνει !   
Φροντίζει για τα πλάσματά του!                                                                                     Ήρθε και η ώρα μου για να πεθάνω!  
Δεν είπε ο Νώε λόγο κακό, κακιά κουβέντα από το στόμα του δε βγήκε! Δε βγαίνει! Μόνο, για μία στιγμή, σηκώνει τα μάτια του βουρκωμένα στον ουρανό,  μονολογάει και λέει:  "Το χειρότερο κακό από όλα τα άλλα κακά… είναι η αχαριστία! "
 Η αρρώστια, παίρνεις  τα γιατροσόφια, τα φάρμακα , με  τους γιατρούς, γιαίνεις… περνάει!   "Αυτή, η αχαριστία, είναι  μόλεψη μεγάλη!.."                                                 Τα δάκρυα από τα μάτια του στα μάγουλά του βρυσούλα πάνε…                                     Στον πλάτανο σιγομιλάει και στο νερό  της βρύσης λέει:
"- Άκουσε βρύση! Και εσύ  νερό της βρύσης που κυλάει!  
Αν έρθει ποτέ ο εγγονός μου να πιει νερό, να δροσιστεί, εσύ, βρύση, αμέσως με το νερό σου, που πολύ τότε να βγάλεις, να τρέξεις, σε  ικετεύω ,σε παρακαλώ,  πρώτα  πρώτα από όλα τα άλλα,  την αχαριστία, την μόλεψη, την αχαριστία  του  να την ξεπλύνεις!... Για να τον απαλύνεις! Αλλιώς, αυτή η συμφορά μεγάλη, θεόρατη θα γίνει, χειρότερη από όλες τις άλλες…  τις τρανές και τις μεγάλες! "                                                       Κανένας δεν τον άκουσε, κανένας δεν το είδε!
Μόνο ένας  μαύρος κόρακας, μια μαύρη καρακάξα, ίσως τον άκουσε, τον είδε, που στην κορυφή του πλάτανου,  είχε φτιάξει την φωλιά του και ακούστηκε το κρά α α α…  κρά α α…  κρά α α…  η λαλιά του, που προσπαθούσε από το γέρακα να προστατεύσει τα παιδιά του!  

Κουβάλαγε ο κόρακας τροφή, για τα πουλιά του, για τα μικρά του , φρούτα, σύκα ,καρύδια και άλλα και του έπεφταν με το κράαα , κράαα,   μέσα και έξω από την κουφάλα, καλή τροφή,  για τον γέροντα τον Νώε.                                                         Ο κόρακας σιγά σιγά κατέβαινε κάτω στα κλαδιά του πλάτανου και κάθε ημέρα παρακάτω.
Είδε και κατάλαβε πως από τον γέροντα κίνδυνο δεν έχει... .                                         Κατέβηκε στο  ρυάκι της βρύσης και πίνει νερό και με το γέροντα γνωριστήκανε, γίνανε και φίλοι , φιλαράκια! 

Θα ήταν ο ίδιος κόρακας, που μαζί ταξιδεύανε σαράντα μερόνυχτα στην κιβωτό, στο ίδιο το καράβι!!
Ο κόρακας κάθε ημέρα πηγαινοερχότανε και  άφηνε στον γέροντα από κάτι!               Αυτός,  ο κόρακας την ευεργεσία του γέροντα Νώε αναγνώρισε και το κάτιτίς ήθελε τώρα που μπορεί να του γυρίσει  πίσω.
 Εμπράκτως να του ειπεί  το ευχαριστώ, έστω και με το ένα το καρύδι, να μη φανεί αχάριστος, για το νερό… ,που ο Νώε τότε του έδωσε… ,για το λίγο,  το κεχρί του!!       

Ο Νώε κανέναν δεν ήθελε να ιδεί, κανέναν άνθρωπο να συναντήσει , κακία δεν είχε μέσα του, ό,τι είχε να δώσει στην κοινωνία, στους δικούς του, το έδωσε, ορμήνιες, με το ήθος του παρακαταθήκες !
Θέλει να είναι και ήταν στην ηρεμία του, σε ψυχική γαλήνη, στη μοναξιά του, μέχρι που ο Θεός τον κάλεσε, τον πήρε κοντά του.
Την τελευταία, τη στιγμή που φεύγει, τις τελευταίες λέξεις, φράσεις λέει, ψελλίζει και φεύγει η ψυχή του!
Αχαριστία , αχαριστία…!
Είναι  παρανομία, είναι η μεγαλύτερη αμαρτία!
Πώς ο Θεός θα την συγχωρέσει;                                                                                       Όλα τα αδικήματα...όλες οι άλλες αμαρτίες  έχουν την αιτία τους και την δικαιολογία τους!                                                                                                  

Η αχαριστία τι…;                                                                                                           Ποία η αιτία της και ποία η δικαιολογία της…;   
Βουρκώσανε τα μάτια του και κλαίνε! 
Κλαίει, κλαίει, κλαίει!  
Εγώ όσο τώρα και να προσπάθησα καμιά δεν βρίσκω!                                                   Εγώ όσο και να προσπάθησα,  τους ανθρώπους να ξεδιαλέξω, μου ξέφυγαν…                 Εσύ, Θεέ μου, συχώρεσέ τους και φέρε τους στον ίσιο δρόμο…!                            
!

Σήκωσε ο Νώε τα μάτια του, το βλέμμα του στον ουρανό,  μειδίασαν τα χείλη του και πέταξε, φτερούγισε  η ψυχή του.!...  

Το γέρικο το σώμα του, ο φίλος του ο κόρακας με τις κατάλληλες, τις καλύτερες τιμές περιποιήθηκε, δεν το άφησε να πάει χαμένο!  
Χαρούμενο τραπέζι  κάνει…!     
Στα όρνεα του ουρανού προσφέρει…!                           
Ακόμα και που πέθανε προσέφερε σε κάποιους,  το κάτιτίς του  τους αφήνει…!              Ήθελε ακόμα και τώρα, στο τέλος του, να είναι χρήσιμος, ωφέλιμος στην πλάση…!
Και με το θάνατό του ακόμα… τροφή τους δίνει…!                                                          
Ο γέρο Νώε  ήταν το σύμβολο της προσφοράς και το κουρασμένο το κορμί του, όταν η ψυχή του έφυγε, για να ‘ναι χρήσιμο, σύμβολο της προσφοράς στον φίλο του τον κόρακα αφήνει…! 
Αυτός τουλάχιστον δεν του φέρθηκε αχάριστα! Στο τέλος της ζωής του…!                     Έτσι προχώραγε η πλάση με  τα κακά και τα καλά της.    
Πολλές φορές μπροστάρηδες ήσαντε άνθρωποι εργατικοί,  φιλότιμοι, ηθικοί, ικανοί,  με φιλοσοφημένες ιδέες, που πράξη τις κάνανε για το καλό του κόσμου!                             Ήτανε στον  κόσμο χαρά Θεού, όλοι προκόβανε από τα επιτεύγματα της τέχνης, της επιστήμης και λιγόστευε ο ανθρώπινος ο πόνος…! 
Έλα μου που οι εγωιστές οι παραπόντηδες, οι πονηρούληδες πολλαπλασιαστήκανε και  θέλανε αυτοί κυρίαρχοι να είναι….Με λόγια παραπλανούσαν το λαό και τους έλεγαν ότι αυτοί, όταν τους βάλουν και γίνουνε μπροστάρηδες, κυβερνήτες,  όλοι τους ανίδρωτο θα τρώνε το ψωμί και άπλερο κρασί θα πίνουν! Από όσο  θέλουν!                  Και δανεικά θα παίρνουνε από τον άλλονε στην ανάγκη τους  και για την καλοπέρασή τους και ποτέ τους στον άλλον τον δανειστή  δεν θα τα γυρνάνε, δεν θα τα ξεπληρώνουν και με το κόλπο θα τα ανακυκλώνουνε.    Και όλο πίσω, πίσω θα τα πάνε!   
Θα υπόσχονται με ύφος πειστικό πως θα πληρώνουνε καλά τα πανωτόκια και το χρήμα θα αυξάνεται και όσο υπάρχουν κορόιδα που θα δουλεύουν, αυτοί θα τους εκμεταλλεύονται και με τα επιτεύγματα της επιστήμης θα παίζουνε και θα τη χαλιναγωγούνε.  Και για λογαριασμό τους όλοι και όλα θα δουλεύουνε και αυτοί θα κυριαρχούνε!  Θα είναι αυτοί, κουμάντο για να κάνουνε και να καλοπερνάνε, στη διαφθορά και στην ανηθικότητα μπλεγμένοι ……                                                           Η διαπλοκή ,η διαφθορά έφτασε στο αποκορύφωμα, κανένας δεν υπολογίζει  κανέναν και αυτοί που λέγανε πως ήταν με το λόγο του Θεού, στην διαπλοκή, στην διαφθορά, στην φαυλότητα, μέχρι τα μπούνια  ήταν βουτηγμένοι….                                               Περισσότερο από όλους τους άλλους!                                                                           Και το άλας, και αυτό μολύνθηκε!
Και τον οίκο του Θεού ,οίκο εμπορίου τον κάνανε…                                                     Κοινώς τι; Πώς  το λένε; ....                                                                                           Είδε και απόειδε ο Θεός, και Είπε:                                                                                   -Εντολές τους είπα και νόμους τους έδωσα γραφτούς στον Μωυσή να τους τηρήσουν,  μα αυτοί τους αγνόησαν, τη συμβουλή κανενός ενάρετου ανθρώπου δεν ακούνε!           Θα στείλω και με τη μορφή ανθρώπου τον γιό μου τον μονάκριβο, μήπως Αυτόν ακούσουνε και συμμορφωθούνε!
Αυτούς που λένε πως με εκπροσωπούνε από τον  Ναό μου  με το φραγγέλιο να τους διώξει  και να τους διδάξει από την αρχή τις εντολές και με το νόμο για το συμφέρον τους αρμονικά να ζούνε.  Να αφήσουνε τα διαπλεκόμενα, στο να κοροϊδεύει και να εξαπατά ο ένας τον άλλον και άκρη στη διαφθορά να μη βρίσκουνε!                              


Ήρθε και ο Χριστός, δίδαξε:    ¨"Φιλότιμο και Αγάπη! "                                                   Και με το παράδειγμά Του. "Πραότητα, Μετριοφροσύνη, Δικαιοσύνη!"
"Ό,τι εσύ μισείς, ετέρω μη ποιήσης!"
Το Θείο δίδαγμά του!                                                                                                       Ό,τι δε θέλεις να σου κάνουνε, και εσύ στον άλλον να μην κάνεις.                                 Δε χρειάζεται τίποτε άλλο να μάθει, να το εφαρμόζει ο άνθρωπος, για να επικρατήσει στη γη ειρήνη!  

Και Αυτός, ο Χριστός, είναι αλήθεια πως προδόθηκε από τη διαπλοκή  και από την αχαριστία, από τον καλύτερό του φίλο,  τον μαθητή του τον Ιούδα!                                 Και το τίμημα της διαπλοκής, της προδοσίας είναι τα τριάκοντα αργύρια!                     Τώρα  του ήθους οι διδάσκαλοι, αυτοί που αναλύουν αυτά και αυτά διδάσκουνε,  για την πράξη του Ιούδα, υποτιμητικά μιλάνε…
Της προδοσίας την πράξη και το τίμημά της… Τα πόσα πήρε!                                        Εάν ήσαντε τα αργύρια  περισσότερα, θα ήταν ο Ιούδας έξυπνος, ηθικός...! Και ωραίος…!  

Δε θα ήτανε ο φτηνιάρης…!  
Θα ήταν πιότερο δικαιολογημένος;  
Αυτό δεν το έχω ακόμα καταλάβει, διότι  πάρα πολύ με στόμφο το τονίζουνε,  το λένε φωνακτά, ...¨"Τα τριάκοντα  αργύρια"...
Σαν να ήσαν, να είναι, λίγα  για το τίμημα της αχαριστίας!                                               Με τα περισσότερα αργύρια;  

Τι;... Τι;;;...  
Δε θα ήταν διαπλοκή, δε θα ήταν προδοσία;  
Δε θα ήταν αχαριστία;                                                                                                       Και αυτός ο προδότης ο διαπλεκόμενος, ο δόλιος ,ο φαύλος, ο Ιούδας, το αμάρτημα, έστω και αργά, κατανόησε και επέστρεψε τα αργύρια…        
Αυτοί οι ηθικοί άνθρωποι! Τάχατες !                                                                             Της ατιμίας  το τίμημα, την επιστροφή τους, δεν τη δέχτηκαν…  
Και ο Ιούδας, πικρά μετανιωμένος, πήγε και τα πέταξε τα αργύρια,   μέσα στης εκκλησιάς την πόρτα!  
Και για να ξεπλύνει την ανομία του, τη διαπλοκή του, από μόνος του δικάστηκε! 
Και εκτέλεσε την ποινή του! 
Και πήγε και κρεμάστηκε, όπως μας λένε,  στην κλάρα της συκομουρέας.... 
Αυτός με την πράξη του αυτή καλό παράδειγμα μας έδωσε, για να τον μιμηθούν  μετά και οι άλλοι…                                                                                                               Να ιδούμε, θα τον ακολουθήσουνε και αυτοί που τόσο φωνακτά στις εκκλησιές τη λένε!                                                                                                                           Ακόμα και  μέχρι τώρα!  
Όποιος τα ίδια και χειρότερα και μέχρι τώρα κάνει…
Και μόνο ο φιλόσοφος  ο Σωκράτης,  εάν δεν κάνω λάθος, μέχρι τότε εθελουσίως πέθανε για τα πιστεύω που είχε!    
Για την εφαρμογή του νόμου… 
Και ο νόμος ας ήταν άδικος!  
" Άδικος  ο νόμος , αλλά νόμος!!"
Έλεγε εκείνος ο σοφός!… 
Και για το νόμο, πέθανε!                                                                                               

Τώρα αυτοί, οι σύγχρονοι ηγέτες που τους εκλέγουμε, γκεσέμια για να είναι. Στη δύσκολη, οι περισσότεροι από αυτούς, αν όχι όλοι τους, χωρίς καν να ιδούν τον κίνδυνο, χωρίς να ιδούν το λύκο, χωρίς να ακούσουνε τα ουρλιάσματά του,   τρέχουν  στα γρήγορα για να κρυφτούνε!                                                                                      Εάν είναι δυνατόν και σε οπλή αλόγου, και λένε και τραγουδούνε.                                   "Λύκος να  φάει τα πρόβατα και τσάκαλος τα γίδια και ουρά τους να μη μείνει." .         
Έτσι μου φαίνεται το κάνουν τώρα οι τρανοί του κόσμου οι ηγέτες, αντί να μας οδηγούν από τη στράτα, από τη δημοσιά, αυτοί στο γκρεμό μας  πάνε!
Οι λύκοι να μας φάνε…..
Για να τρώνε και για να γλεντούν από τα διαπλεκόμενα και το λαό  να παραπλανούν και να καλοπερνάνε!                                                                                                       Αυτοί που υποτίθεται ο λαός τους διάλεξε για καλούς πως είναι και οι δάσκαλοί τους, τί γράμματα τους μάθαιναν;  Τα γράμματα της διαπλοκής,  της ρεμούλας και της αχαριστίας;                                                                                       

Ο  Ιούδας, που τον λέμε  στο τροπάριο «δόλιο»,  τα αργύρια τα επέστρεψε… ας τα επιστρέψουνε και αυτοί που τόσα και τόσα… από το λαό  κλέβουνε, ενώ τους διάλεξε να είναι θεματοφύλακές του!  
Αυτοί δεν κάνανε, δεν κάνουνε μεγάλη προδοσία;                                                     Τώρα που όλα τα κλέψανε και ο λαός πεινάει ας τον λυπηθούνε, αφού δεν τον αγαπούνε!                                                                                                                       Και να βρουν τον τρόπο τους να επιστρέψουν, αν όχι όλα, τουλάχιστον  τα μισά!           Και από τον Ιούδα να παραδειγματιστούν, και να αποδείξουν  ότι έχουν φιλότιμο λιγάκι. Και αν την επιστροφή των κλεμμένων δε δεχτούν,  ας κάνουν ακριβώς ό,τι έκανε ο Ιούδας, που αυτοί τον κατηγοράνε, ας τα πετάξουνε μέσα στα άδεια ταμεία και ας πάνε κοντά σε αυτόνε.  Για να αποδείξουνε,  εφόσον αμαρτήσανε, στο λαό που τους εμπιστεύτηκε, πως έχουν  λίγο τσίπα .                                                                           Για να ξεμπερδευτεί και ο ταλαίπωρος ο παππούς ο Νώε που μέχρι τώρα παραμένει βουρκωμένος και βαριαναστενάζει από την αχαριστία. 

Σοφοί όλου του κόσμου, καλά πράγματα διδάσκετε! Τέχνες και επιστήμες και άλλα…! Και οι μαθητές σας γίνανε και γίνονται σε αυτά καλύτεροι από εσάς τους δασκάλους !   Ένα όμως δε διδάσκετε καλά και θα το ειπώ, με όλο το σεβασμό που σε εσάς τουλάχιστον  έχω.  Εάν εσείς καλά το διδάσκετε, οι μαθητές σας δεν το μαθαίνουν  ή στραβά το μάθανε ή καλά δεν το καταλαβαίνουν!                                                           Όλες τις άλλες τις σοφίες, καλά τις λέτε και καλά τις μάθανε και αν δεν τις μάθανε καλά, δεν είναι δα τώρα το κακό μεγάλο!                             
Υπάρχουν  στο  τσιπάκι, το ανοίγουν και το μαθαίνουν!  
Και το ένα όμως, το μεγάλο, το σπουδαίο, το σημαντικό, δεν τους μάθατε και δεν υπάρχει! 
Και  είναι μία και μόνο μία μικρή ,τόσο δα μικρή, μικρή λεξούλα !
 Ήθος!... Ήθος!...  
Σοφοί, δάσκαλοι όλου του κόσμου, αυτή τη λέξη καλά να διδάξετε και όταν οι μαθητές σας την εμπεδώσουνε,  τη διακυβέρνηση του κόσμου στα χέρια τους πρέπει να πάρουνε.
Τώρα οι Λαοί όλου του κόσμου από την απελπισία τους για να ζήσουν στην κοινωνία  αρμονικά,  στους τρανούς βροντοφωνούν και λένε:
Ζητείται τιμωρία!
Ζητείται ελπίδα!
Ζητείται αισιοδοξία!                                                                                                       Και ποιος αυτά τα σπουδαία θα κάνει…;
Ποιος…; Ποιος;;;;;...

Στη Δημοκρατία δεν πρέπει να υπάρχει χώρος να μπαίνει και να στρογγυλοκάθεται παράνομα η Βία, αλλά πρέπει να υπάρχει  σε χώρο περιωπής ο θρόνος  της Τιμωρίας!    Όποιος το δάκτυλο βάζει στα κοινά και αρπάζει, πρέπει σε δημόσια τελετή το δάκτυλο να του κόβουνε και αν συνεχίσει με τα άλλα δάκτυλα να αρπάζει,  να παίρνει, την κεφαλή του να του την παίρνουν!
Ο Θεός -που είναι Θεός... -εξεδίωξε τον άνθρωπο από τον κήπο του παραδείσου, επειδή έγινε πονηρούλης – λαμόγιο!
Έτσι και από τον παράδεισο της Δημοκρατίας, τη Βουλή, με κλωτσιές πρέπει  στον  κώλο τα λαμόγια έξω να πετάξουνε,  από του παραδείσου της Βουλής το φαγοπότι!       Της προδοσία του Λαού τα αργύρια σαν τον Ιούδα πίσω να γυρίσουνε, αν έχουν  φιλότιμο λιγάκι!   
Και αν δε χάθηκε από όλους εκεί μέσα το μεράκι!                                                         Ο κόσμος, ο λαός θα τα δεχτεί! 
Γιατί πονάει- πεινάει!  
Και έτσι θα του έρθει δικαίωση, αισιοδοξία!
Τότε σίγουρα νομίζω πως ο κόσμος θα αλλάξει, θα γίνει πιο καλός και θα ξεμπερδευτεί και ο γέρος, ο παππούς ο Νώε!                                                                                       Κρίμα δεν είναι να παραμένει….. μπερδεμένος;                                                           Από εσάς, τους ηθικούς πνευματικούς ηγέτες, περιμένει!  
Να γίνετε…. γκεσέμια! 
Να γίνετε ηνίοχοι και να  κρατάτε καλά το γκέμια!...
Και όταν πια νομοθετήσετε και ο νόμος εφαρμόζεται, που  ορίζει:  
Να χάνονται στο Ηλιοβασίλεμα τα όσα, με αδικίες, ανίδρωτα, με λαμογιές, με κλεψιές, μαζεύουν και κρύβουν οι κλέφτες, οι διαπλεκόμενοι, τα λαμόγια…                                 Τότε κτυπάτε δυνατά, τα τύμπανα για να ακουστούν, χαρούμενα τα σήμαντρα, χαρμόσυνα στις εκκλησιές  όλου του  κόσμου τις καμπάνες…! 
Τους ήχους αυτούς μη τους φοβάστε!                                                    
Ξύπνησαν!                                                                                                                       Ήρθε η Λογική, η Αγάπη, η Ειρήνη!                                                                     
Έγινε στη Γη ο παράδεισος!

Αθήνα 22.06.2010-  
Γιάννης Στ. Βέργος - Γορτύνιος                          

 ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ:
-αγκομαχώντας= άγχος +μάχομαι, παλεύω με άγχος, εκτελώ εργασία με μεγάλο κόπο και στενοχώρια που με πιάνει κόμπος στον λάρυγγα και δυσκολεύομαι στην αναπνοή, περπατάω με κομμένη την αναπνοή, ανασαίνω βαριά, λαχανιάζω.
-αλάργα= πολύ μακριά.
-αλετροπόδα= εξάρτημα του άροτρου, του αλετριού, αλέτρι +πόδι=  το πόδι του αλετριού που πατά στην γη, στην αλετροπόδα προσαρμόζεται το υνί και σχίζει την γη και την οργώνει [ξύλινο κατασκεύασμα]-Είναι αστερισμός, συστάδα άστρων που ο σχηματισμός τους στον ουρανό μοιάζει με την αλετροπόδα, είναι η μεγάλη άρκτος, την οποία οι άνθρωποι που δεν είχαν όργανα ,πυξίδα, και οι ναυτικοί παλαιότερα την είχαν για σημείο, σημάδι προσανατολισμού. Είναι το σημείο του βορρά.
-αμανάτι= μένω εκεί ως εγγύηση, και με έχουν ξεχάσει διότι με θεωρούν αμελητέας αξίας, ή διότι δεν μπορούν να ξεπληρώσουν την οφειλή.
-αμέλησε= α+μέλω= δεν φροντίζω, δεν προσέχω, αδιαφορώ.
-αμόλευτος= α+ μολεύω= μολύνω= χωρίς μόλυνση=  χωρίς βρωμιά, καθαρός.
-αντιπρίνη= αντί+ πυρετός= αντιπυρετικό, φάρμακο
-απαλλαξίδια= ρούχα, ενδύματα που εναλλάσσουμε, συνήθως και κυρίως είναι τα εσώρουχα μας.
-βαρυγκομήσει= κουβαλάω, φέρω κάτι  μέσα μου που το νιώθω πολύ βαρύ, μου προκαλεί δυσφορία ,στενοχώρια μεγάλη, αγανακτώ, δυσανασχετώ.
-βερεσέ= αγοράζω κάτι με πίστωση, δεν το πληρώνω, οφείλω την εξόφλησή του.
-βολικό= βολεύω, τακτοποιώ κάτι με συμφερτικό τρόπο, το καταφέρνω κάπως καλά, οικονομικά, ξεπερνώ τη δυσκολία.
-βλοσυρό=  αγριωπό, αυτό που έχει άγρια όψη, άγριο  θυμωμένο βλέμμα.
-γουδοτρίφτης= στο γουδί τρίβω= ο φαρμακοποιός
-διαλεγός= αυτός που έχει δικαίωμα να διαλέξει να πάρει κάτι, πρώτα από τους άλλους.
-διχάλα= το κάθε αντικείμενο, πράγμα που καταλήγει σε δύο σκέλη.
-ευκληματούσα= ευ+ κλήμα= καλό κλήμα= καρποφόρο.
-θέρμη= θερμότητα, ζέστη, πυρετός από αρρώστια.
-καριδότσουφλο= η φλούδα, το τσόφλι του καρυδιού.
-κατσάδα= το αυστηρό μάλωμα, η αυστηρή παρατήρηση με συνέπειες.
-κιτάπι= το χαρτί που έχει γραφτεί κάτι που το κοιτάμε, το συμβουλευόμαστε, είναι αποδεικτικό, το βιβλίο, τα λογιστικά βιβλία, ό,τι έχει γραφτεί και αποτελεί γνώση ή απόδειξη.
-κορωνιό= από το κόρος= πλήρωση= χόρταση= γεμάτο χορτασμένο σπίτι, καλό νοικοκυριό που δεν του λείπει τίποτα, το νοικοκυριό που είναι σύμβολο της προκοπής, το πρώτο, το άριστο, που το επιδεικνύουμε, έκανε κορωνιό= έκανε καλή προκοπή- πέτυχε το σκοπό του.
-κουσουράκι= μικρό ή μεγάλο ελάττωμα
-λαλάκια= από το λαλώ, κελαηδώ, χαίρομαι, κάτιτί που κάνει καλό, κελαηδιστό ήχο, που μας παρακινεί να τραγουδήσουμε, να μιλήσουμε γλυκά με καλό τρόπο, ο ήχος των χρυσών ή αργυρών νομισμάτων, τα χρυσά νομίσματα , τα χρήματα που χρησιμοποιούμε για δώρο να επιτύχουμε το σκοπό μας να διευκολυνθούμε… το μέσο για να λυθεί η γλώσσα των υπευθύνων να λαλήσει, να μιλήσει, να μας δώσει τη σωστή πληροφορία ,να μας εξυπηρετήσουν       [ μεταφορικά=  το μέσον της δωροδοκίας]
-λειψός= λιγότερος από το κανονικό, από ό,τι πρέπει, ελαττωματικός, λιγοστός, όχι επαρκής, του λείπει κάτι το λίγο ή το πολύ, δεν έχει κανονική νόηση.
-λούμωξε= λουφάζω –κάνω πως δεν υπάρχω, δε δείχνω την παρουσία μου, είμαι αλλά είμαι σαν να είμαι απών, παρακολουθώ χωρίς να συμμετέχω διότι δεν με συμφέρει, σιωπάω μέχρι να μου έρθει η κατάλληλη  ευκαιρία. 
-μαντάλωσε= μανταλώνω= βάζω το μάνταλο, βάζω το σύρτη στην πόρτα, ασφαλίζω την πόρτα να μην ανοίξει.
-μολεμένο.= μολυσμένο ,το κάτι πάρα πάνω από μόλυνση, που πολύ δύσκολα απολυμαίνεται  [ η μόλεψη].
-μπαταξής= ο κακοπληρωτής, αυτός που δεν πληρώνει τις υποχρεώσεις του.
-μπαϊλτησα= αγανάκτησα, κουράστηκα από την προσπάθεια να κάνω  κάτι και μου τυχαίνουν συνεχώς εμπόδια, και δεν τα κατά φέρνω να τα ξεπεράσω και συνεχώς βρίσκομαι στην προσπάθεια και δεν ξέρω τι θα είναι το αποτέλεσμα, εάν καταφέρω το σκοπό μου, στο σκοπό μου κατανάλωσα όλες τις δυνάμεις μου ,οικονομικές, σωματικές ,ψυχικές.
-μπεριάνι= διαμπερές, ανοικτό, από όλες τις μεριές, από όλα τα σημεία του ορίζοντα, το ανεμπόδιστο, το αφύλακτο, το απροστάτευτο, το ξέφραγο που όποιος θέλει μπαίνει και όποιος θέλει βγαίνει από όλα τα σημεία και ό,τι θέλει κάνει στο ξένο κτήμα και δε ρωτάει κανέναν , το ανοικοκύρευτο.
-μπενετάδες= τα τελευταία κεράσματα, που είναι φτωχοί.
-μπικικίνια= χρήματα.
-μπούνια= η περιοχή του σώματος από τους μηρούς, γοφούς έως την μέση, χωμένος έως τα μπούνια στο βούρκο ή στα χρέη= δεν έχω τη δυνατότητα να σηκώσω το πόδι μου να ξεφύγω, να ξεπληρώσω.
-ντρούδα= το ψίχουλο από το κόψιμο του ψωμιού.
-ξαποστάσει.= ξα+ πόδι + στάση= διώχνω τη στάση από το πόδι= ξεκουράζομαι λίγο.
-ξελαχιούρησε= χουγιάζω, φωνάζω απειλητικά για να απομακρυνθεί να φύγει.
-οπτασία= όνειρο.
-πισάχναρο= πίσω+ αχνάρι= το αντίστροφο αχνάρι, το πισωγύρισμα.
- παστρικός= ο πολύ πολύ καθαρός
-περιωπής= αυτό που φαίνεται από παντού, αυτό που επιδεικνύουμε, το πολύ καλό  ή το φτιασιδωμένο.
-ρέχτες= ρέω= ο τόπος που ρέουν οι σταλαγματιές της βροχής από τη στέγη των κατοικιών.
-ρήματα.= ό,τι λέγεται, τα λεγόμενα, ο λόγος, τα λόγια, οι ορμήνιες, οι συμβουλές,      τα λεχθέντα, τα προφορικά, τα συμφωνημένα λόγια, η παραγγελία, η εντολή, οι γραφές των νόμων που διατάσσουν.                                          {Άλλα τα ρήματα που μου λες και άλλα κάνεις =Λέγεις και κάνεις διαφορετικά από αυτό που είπαμε και συμφωνήσαμε, αθετείς το  λόγο σου, τα ρήματά σου, τα λεγόμενά σου}
-σκαρτούρα= το άχρηστο, το επιζήμιο.
-σουβάλα= η ζαλάδα από απρόσμενο γεγονός.
-στυλωτικό= στυλώνω, βάζω κάτι δίπλα ή από κάτω για να το κρατήσω όρθιο στη θέση του, του  δίνω δυναμωτικό, τονωτικό.
-τερτίπια= έξυπνες, πονηρές ενέργειες, παραπλανητικές, τεχνάσματα κόλπα προς άμεσο και ακούραστο συμφέρον.
-τζαμωμένα= που μοιάζουν με τζάμι, γυαλί, είναι τα μάτια των πεθαμένων ζώων και του ανθρώπου.
-τα δανεικά τα αλεύρια= λέγεται για τον κακό νοικοκύρη, την κακή νοικοκυρά που δεν κάνει καλό κουμάντο και δεν έχει αλεύρια να ζυμώσει και την τελευταία στιγμή πηγαίνει στη γειτόνισσα για δανεικά.
-το θέλημα= από το θέλω, η επιθυμία, αυτό που θέλω, ή θέλει, λέγεται για κάτι το προσυμφωνημένο, το καθορισμένο και το λένε έτσι για να μην καταλάβει ο άλλος που ακούει για τι μιλάνε και τι είναι το θέλημα, πρόσωπο ή πράγμα; Ποιό; Τί; Και πόσα;
-τρεκλίζανε= τρεκλίζω= δε στέκομαι καλά στα πόδια μου, είμαι αδύναμος.
-τσακίζουμαι= τρέχω, πηγαίνω πολύ γρήγορα, υπακούω χωρίς να εξετάζω εάν υπάρχει κίνδυνος, υπακούω και εκτελώ τρέχοντας και δε με νοιάζει  για τα εμπόδια, εάν τσακιστώ.
-τσαμπουνάς= λέω  λόγια χωρίς νόημα και σημασία, όπως ο ήχος της τσαμπούνας= ο ασκός με τον αέρα στο στόμιο του οποίου έχουν προσαρμόσει  καραμούζα, ηχητικό όργανο.
-τσάπια= ελαττώματα.
-τσόλι-τσούλι= χοντρό υφαντό κλινοσκέπασμα από μαλλί προβάτου ή τράγου.
-φαρμακοτρίφτης= αυτός που τρίβει τα βότανα και φτιάχνει φάρμακα , ο φαρμακοποιός.
-φιγούρες= επιδείξεις, επιδεκτικές κινήσεις συμπεριφοράς επίπλαστης, παραπλανητική συμπεριφορά.
-χαλάλι= αυτό που δίδεται με χαρά από ευχαρίστηση και με ευχαρίστηση, να πιάσει τόπο με ευχή να προκόψει.
-χαμπάρι= είδηση,  μήνυμα, επικοινωνία.
-χαρτούρα= τα χαρτιά που γράφουν οι γραφιάδες, δικηγόροι επιστήμονες κ.λπ = τα χαρτονομίσματα που ρίχνουν στα μουσικά  όργανα στα πανηγύρια, τα χάρτινα νομίσματα. 
-χλωράκιασε = βγάζω χλόη, χλωρακιά, χλωρασιά, γρασίδι.
-χούι= κακή συμπεριφορά, ιδιόρρυθμη συνήθεια, έξις κακή.
-χώσω= χώνω =σκεπάζω με χώμα κρύβω, δίνω κρυφά χωρίς να το καταλάβει, πουλάω (χωρίς να το καταλάβει ο αγοραστής) δεύτερης ποιότητας για πρώτη ,το σκάρτο για καλό.
-ψυλλιάστηκε= υποψιάζομαι, ανησυχώ.
   
Αφιερώνεται σε όλους αυτούς που προσπαθούν με φιλότιμο, ανιδιοτελώς να ξεμπερδέψουν  τα μπερδεμένα και να ξεμπλέξουν  από αυτούς                                     που τους μπλέκουν και συνεχώς τους μπερδεύουν!....

Δεν επιτρέπεται η αναδημοσίευση χωρίς την συγκατάθεση του συγγραφέα


















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου